Αρχική Άλλες ειδήσεις Το βαθύτερο μήνυμα των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ

Το βαθύτερο μήνυμα των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων σε Ευρώπη και ΗΠΑ

0
ekloges

ekloges

Γράφει ο Γεράσιμος Αραβανής.

Το προηγούμενο διάστημα απασχόλησαν την κοινή γνώμη πανευρωπαϊκά δύο γεγονότα που σε διαφορετικές συνθήκες δεν θα έβγαιναν έξω από τα σύνορα των χωρών που σημειώθηκαν.

Αναφερόμαστε στις αυστριακές εκλογές για την ανάδειξη προέδρου της δημοκρατίας και στο ιταλικό δημοψήφισμα για την τροποποίηση ορισμένων άρθρων του συντάγματος της χώρας. Στην Αυστρία ο ακροδεξιός υποψήφιος ηττήθηκε λαμβάνοντας το 47% των ψήφων περίπου, ενώ είχε απέναντί του σύσσωμη την αυστριακή ελίτ, τον πολιτικό κόσμο, τα κόμματα, τους επιχειρηματίες και τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Στην Ιταλία όμως τα πράγματα πήγαν διαφορετικά. Η πρόταση της κυβέρνησης ηττήθηκε με διαφορά σχεδόν είκοσι ποσοστιαίων μονάδων.

Αυτά τα εκλογικά αποτελέσματα έρχονται ως συνέχεια πολλών άλλων παλαιότερων αναμετρήσεων. Πρόσφατα στις ΗΠΑ εξελέγη πρόεδρος ο Τραμπ σε βάρος της Χ Κλίντον την οποία υποστήριζε σύσσωμη η χρηματιστή ολιγαρχία, η μεγάλη πλειοψηφία των μέσων μαζικής ενημέρωσης και οι κυβερνήσεις σ’ όλο τον κόσμο. Προηγουμένως υπήρξε το βρετανικό Brexit που αφορούσε άμεσα τη σχέση της χώρας με την Ε.Ε. Το σύνολο σχεδόν του πολιτικού κόσμου και η ελίτ της χώρας αυτής τάχθηκαν με το ΝΑΙ, η πλειοψηφία όμως των βρετανών, ιδιαίτερα η εργατική τάξη, οι άνεργοι και τα φτωχότερα στρώματα της κοινωνίας ψήφισαν ΟΧΙ.

Το διακύβευμα δεν ήταν σε όλες αυτές τις αναμετρήσεις το ίδιο, ή αντίστοιχο, αλλά η ψήφος είχε ενιαία χαρακτηριστικά, ενιαία βάση και αυτή ήταν τα τεράστια προβλήματα των εργαζομένων σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, σε ΗΠΑ και Ε.Ε. που είναι ισχυρές ιμπεριαλιστικές χώρες και σε λιγότερο ισχυρές, σε πλούσιες ή λιγότερο πλούσιες.

Η φτώχεια εξαπλώνεται και δεν είναι φαινόμενο μόνο χώρας μας που βρίσκεται βέβαια στη χειρότερη θέση. Πρόσφατα μέτρηση της Γιούροστατ ανέβασε σε 26% το ποσοστό των ανθρώπων που βρίσκονται σε απόλυτη φτώχεια ή στα πρόθυρα της. Η ανεργία αυξάνεται, η μόνιμη και σταθερή δουλειά είναι ανάμνηση για δεκάδες εκατομμύρια εργαζόμενους, ενώ οι ελαστικές σχέσεις εργασίας απογειώνονται. Πρόσφατα η εφημερίδα Καθημερινή προσπάθησε να ερμηνεύσει τη στροφή των Αμερικανών στον Τραμπ με βάση τα οικονομικά δεδομένα του πληθυσμού. Τα στοιχεία ήταν αποκαλυπτικά. Το 46% των Αμερικανών δεν μπορεί να αντιμετωπίσει κάποια έκτακτη ανάγκη 400 δολαρίων που θα του παρουσιαστεί. Οι πραγματικοί μισθοί είτε παρέμειναν σταθεροί είτε μειώθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, το μέσο ημερομίσθιο του 2016 υπολείπεται αυτού του 1979, ενώ ένας στους τρεις Αμερικανούς άνω των 60 ετών δεν έχει καθόλου αποταμιεύσεις για την περίοδο της ζωής του που θα ζήσει στην σύνταξη, το 20% δεν έκλεισε ραντεβού με γιατρό τον τελευταίο χρόνο, ενώ το 11% δεν μπόρεσε να πάρει συνταγή από γιατρό.

Σε ρεπορτάζ της εφημερίδας βήμα της Κυριακής από τη Βιέννη περιέχεται η εξής τοποθέτηση αυστριακού ψηφοφόρου: Ήμουν από παιδί σοσιαλδημοκράτης. Όμως η πίστη μου στο Κόμμα χάθηκε πριν από δύο χρόνια όταν βγήκα σε πρόωρη σύνταξη. Μετά από 34 χρόνια δουλειάς ως αχθοφόρος είχε σμπαραλιάσει η μέση μου. Μου έδωσαν 800 € τον μήνα, παρότι έχω 70% ποσοστό αναπηρίας. Το κακό επιδεινώθηκε πέρυσι, όταν ο δήμος της Βιέννης προέβη, για τεχνικούς λόγους, σε πλήρη ανακαίνιση του διαμερίσματος μου. Το ενοίκιο ανέβηκε από τα 120 τα 450 €. Μου μένουν 350 € το μήνα για να ζήσω.

Αυτή πάνω-κάτω είναι συνηθισμένη κατάσταση σ’ όλες τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Τα προβλήματα αυτά και οι επιπτώσεις τους, η γενικευμένη ανασφάλεια είναι η βάση της μεγάλη δυσαρέσκειας που τροφοδοτεί και καθορίζει τη λαϊκή ψήφο. Αυτό ομολογείται πλέον από επίσημα κυβερνητικά χείλη, κυριαρχεί στις συζητήσεις στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, έστω και αν οι αναφορές δεν πάνε σε βάθος, αλλά μένουν επιφανειακές διαπιστώσεις.

Η ψήφος σε όλες αυτές τις εκλογικές αναμετρήσεις είναι ψήφος διαμαρτυρίας, αντίθεσης και καταδίκη των αστικών κυβερνήσεων, των κυβερνητικών κομμάτων, όχι όμως καταδίκης του ίδιου του συστήματος. Λέγεται και γράφεται ότι είναι ψήφος αντισυστημική, στην πραγματικότητα βρίσκεται εντός των ορίων συστήματος, γίνεται ανεκτή από αυτό και σε τελική ανάλυση το ενισχύει όσο δεν παίρνει πιο ριζοσπαστική κατεύθυνση, αλλά ανακυκλώνει τη δυσαρέσκειά και την εγκλωβίζει στο ανεβοκατέβασμα διαφορετικών κομμάτων στην κυβέρνηση κατά βάση με την ίδια πολιτική που εξυπηρετεί το μεγάλο κεφάλαιο.

Το πιο συχνό φαινόμενο είναι η ψήφος αυτή να στρέφεται δεξιότερα σε ξενοφοβικά, ρατσιστικά ή και ανοιχτά φασιστικά κόμματα, θεωρώντας οι ψηφοφόροι ότι υποστηρίζουν μια αντισυστημική δύναμη που συγκρούεται με το κατεστημένο. Εκτεταμένα λαϊκά τμήματα αντιμετωπίζουν τα κόμματα αυτά ως την απάντηση στην κρίση. Σε άλλες περιπτώσεις η δυσαρέσκεια δεν ξεφεύγει από το αυθόρμητο με αποτέλεσμα να τροφοδοτεί δυνάμεις που καταγράφονται στην Αριστερά, μιλούν για σοσιαλισμό με σύγχρονα στοιχεία, όπως ο  ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα, οι Ποδέμος στην Ισπανία. Στην πορεία τα κόμματα αυτά συμβιβάστηκαν με το κατεστημένο και ο ΣΥΡΙΖΑ που κυβερνά σήμερα συντάχθηκε ανοιχτά με τις κυρίαρχες δυνάμεις εντός και εκτός της χώρας και εφαρμόζει μνημονιακές πολιτικές.

Το ερώτημα που τίθεται είναι αν μπορούσε και αν μπορεί η λαϊκή δυσαρέσκεια και η «αντισυστημικότητα» να πάρουν πράγματι ριζοσπαστικό ανατρεπτικό χαρακτήρα. Στο ερώτημα αυτό η απάντηση είναι ναι. Αυτό όμως έχει σημαντικές προϋποθέσεις και η κυριότερη είναι η παρέμβαση του εργατικού κινήματος, των Κομμουνιστικών κομμάτων και των ανατρεπτικών ιδεών τους, η σύνδεση των συνεπειών της κρίσης με τις αιτίες που τη γεννούν και η διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου αντιμετώπισης της από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων με ένα κίνημα μαζικό ισχυρό πού συγκρούεται και αμφισβητεί την αστική πολιτική και την αστική κυριαρχία. Αυτή η προϋπόθεση για πολλούς λόγους αντικειμενικούς και υποκειμενικούς δεν υπήρξε στην Ελλάδα και στο κόσμο στη διάρκεια της κρίσης αυτής. Επιπροσθέτως σε πολλές περιπτώσεις οι προαναφερόμενες πολιτικές δυνάμεις δεν είχαν καν στον προσανατολισμό τους ένα τέτοιο ενδεχόμενο και μια τέτοια προοπτική. Η διαχείριση της κρίσης χωρίς ουσιαστική εργατική αντίσταση θα δώσει τη δυνατότητα στο κεφάλαιο και τις κυβερνήσεις να δυναμώσουν την επίθεση στα λαϊκά δικαιώματα και τις κατακτήσεις, να ανοίξουν περισσότερο την ψαλίδα στη σχέση μισθών-κερδών, να προχωρήσουν σε ακόμη μεγαλύτερη αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων, ενώ η υψηλή ανεργία θα μονιμοποιηθεί.

Παράλληλα οι ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και οι ανταγωνισμοί για τον έλεγχο των ενεργειακών πόρων και των οδών μεταφοράς τους, για τον έλεγχο συνολικά των πλουτοπαραγωγικών πηγών θα οδηγήσουν σε νέους περιφερειακούς πολέμους και ενδεχομένως σε περισσότερο διευρυμένους. Το δράμα του συριακού λαού και ο πιθανός διαμελισμός του συριακού κράτους, η κατάσταση στο Ιράκ και σε ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, η επιθετικότητα της Τουρκίας εναντίον της Ελλάδας και η διατύπωση ωμών εδαφικών διεκδικήσεων αυτό μαρτυρούν. Η επίσπευση της λύσης του κυπριακού που απαιτούν Αμερικανοί, ΝΑΤΟ και Ε.Ε., η ουσιαστικά απόλυτη υποταγή ή διχοτόμηση της Κύπρου τέτοιου είδους συμφέροντα εξυπηρετεί.

Το μέλλον του ελληνικού λαού και των λαών είναι σκοτεινό. Η κρίση δεν είναι ένα συγκυριακό φαινόμενο που θα ξεπεραστεί σύντομα και ολοκληρωμένα και θα μπει σε μια σημαντική αναπτυξιακή πορεία με αποτέλεσμα την ουσιαστική αντιμετώπιση του συνόλου των λαϊκών προβλημάτων.

Το πρόβλημα του καπιταλισμού είναι βαθύτερο, είναι δομικό, οι τεράστιες αντιθέσεις του δεν ανατάσσονται στα πλαίσια των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Με δύο λόγια, μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι οι καλύτερες μέρες του καπιταλισμού έχουν παρέλθει οριστικά, η πορεία φθοράς του επιταχύνεται, είναι ανεπίστρεπτη.

Ο πλούτος που παρήγαγαν οι εργαζόμενοι με 40 ώρες εβδομαδιαίας εργασίας στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής μετά τον πόλεμο σήμερα παράγεται μόνο με 10 ώρες εργασίας.

Στη διάρκεια ενός αιώνα ο πληθυσμός της γης εξαπλασιάστηκε, ενώ ο πλούτος που παράγεται σήμερα είναι 60 φορές μεγαλύτερος. Και όμως το σύστημα έχει ανάγκη να πάρει πίσω τις λαϊκές κατακτήσεις, να μειώσει τους μισθούς και τις αποδοχές των εργαζομένων με αποτέλεσμα την αύξηση με ιλιγγιώδη ταχύτητα της ανέχειας και της πείνας, να μην μπορεί να δώσει δουλειά σε όλο τον πληθυσμό και να καλπάζει η μερική απασχόληση και οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, να προχωρεί σε πολέμους, καταστροφές και δυστυχία για να επιβιώσει. Αυτή είναι η πραγματικότητα και πρέπει να την αντικρύσουμε κατάματα.

Το τεράστιο πρόβλημα του καπιταλισμού σήμερα δεν είναι η ανεπαρκής ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και του πλούτου ώστε να μην μπορεί να ανταποκριθεί στις λαϊκές ανάγκες, αλλά ακριβώς η τεράστια ανάπτυξη τους. Η αύξηση του πλούτου προκαλεί αύξηση της δυστυχίας ή όσο περισσότερο παράγουν οι εργάτες τόσο αυξάνεται η ανέχεια τους, όπως πρόβλεψε ο Μαρξ.

Σήμερα η βασική αντίθεση του σύγχρονου καπιταλισμού βρίσκεται μεταξύ της δυνατότητας να παράγονται άφθονα αγαθά, ώστε να καλύπτονται οι λαϊκές ανάγκες και τα πιο βασικά να δίνονται σε ελάχιστη τιμή ή δωρεάν και σε ένα σύστημα ξεπερασμένο που στο βωμό της κερδοσκοπίας και της επιβίωσης του θυσιάζει τις ζωές και την ευτυχία των ανθρώπων.

Η αντίθεση αυτή με τα ισχύοντα εντός του σημερινού συστήματος δεν μπορεί να λυθεί, αντίθετα οξύνεται καθημερινά. Δεν μπορεί να τη λύσει το κεφάλαιο και η εξουσία του. Θα λυθεί από την εργατική τάξη και τον εργαζόμενο λαό, όταν πάρουν τις τύχες της κοινωνίας στα χέρια τους και διαμορφώσουν μια νέα σύγχρονη κοινωνική οργάνωση σε σοσιαλιστική βάση με κριτήριο όχι την αύξηση των κερδών των λίγων, αλλά την ολόπλευρη ικανοποίηση των αναγκών όλων.

Προηγούμενο άρθροΣυμμετοχή της Μικτής Χορωδίας του Ορφέα στο 3ο Χριστουγεννιάτικο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
Επόμενο άρθροΚάλεσμα σε Απεργία του Συλλόγου Εκπαιδευτικών ΠΕ Λευκάδας