Αρχική Μόνιμες Στήλες Μουσικά Πορτραίτα Johann Sebastian Bach

Johann Sebastian Bach

0
bach col

bach col

Γράφει η Μαρία Γιαννικοπούλου.

«Εάν έμπαινε ποτέ το ερώτημα για έναν συνθέτη που έγραφε μουσική χωρίς ανθρώπινα ελαττώματα, η απάντηση θα ήταν ομόφωνη: ο Bach (Aaron Copland)

Ο Johann Sebastian Bach γεννήθηκε στις 21 Μαρτίου 1685 στο Άιζεναχ της Θουριγγίας (κρατίδιο της Γερμανίας). Ο Bach, που το όνομά του σημαίνει «ρυάκι» στα γερμανικά, μεγάλωσε σε ένα περιβάλλον, όπου τα πάντα σχεδόν περιστρέφονταν γύρω από τη μουσική. Ο ίδιος και τα υπόλοιπα εφτά αδέρφια του συμμετείχαν σε μουσικές δραστηριότητες που γίνονταν στο σπίτι τους, οι οποίες περιελάμβαναν διδασκαλία, μελέτη, πρόβες, κούρδισμα και επισκευή οργάνων. Τα πρώτα του μαθήματα στο βιολί και στο τσέμπαλο, τα παίρνει από τον πατέρα του Johann Ambrosius Bach, ενώ ο θείος του Johann Christoph Bach, θα τον διδάξει εκκλησιαστικό όργανο, στο οποίο έμελλε να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους δεξιοτέχνες όλων των εποχών. Μέχρι την ενηλικίωσή του, παρακολουθεί υποχρεωτικά μαθήματα στην Γερμανική και Λατινική Σχολή της πόλης, όπου διακρίνεται για το ταλέντο του στο τραγούδι. Έχει εξαιρετική φωνή σοπράνο και μάλιστα συμμετέχει ως σολίστας σε πολλές χορωδίες.

Σε ηλικία δέκα ετών, βιώνει το τραγικό γεγονός του θανάτου των γονιών του και τριών από τα αδέρφια του, από πανώλη που μαστίζει εκείνη την εποχή την πόλη. Έτσι το 1695, πηγαίνει στο Όρντρουφ να ζήσει μαζί με τον μεγάλο του αδερφό, που δουλεύει εκεί σαν οργανίστας και ξεκινά τις σπουδές του στη Λατινική Σχολή της πόλης. Εκτός από κάποια πενιχρά έσοδα που έχει από τη συμμετοχή του στη χορωδία της σχολής του, συντηρείται και από τα επονομαζόμενα hospitia1. Όταν αυτά σταματούν το 1700 , αναγκάζεται να πάει στο Λύνεμπουργκ, όπου παραμένει για τρία χρόνια. Εκεί, συνεχίζοντας τις σπουδές του, συμμετέχει στη χορωδία της σχολής του Αγίου Μιχαήλ, όπου φοιτά ως εξαιρετικός μπάσος πλέον, ενώ εξασκείται αδιάκοπα στο εκκλησιαστικό όργανο της σχολής του.

Το 1703  προσλαμβάνεται ως βιολονίστας στην αυλή του δούκα της Βαϊμάρης, για μερικούς μήνες. Οι δεξιοτεχνικές ικανότητες του στο εκκλησιαστικό όργανο, ο ιδιαίτερος τρόπος ερμηνείας του, αλλά και οι γνώσεις του σχετικά με το κούρδισμα και την επισκευή του οργάνου, τον έχουν κάνει ήδη περιζήτητο στην Κεντρική Γερμανία. Το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς, τον καλούν στο Άρσταντ, να δοκιμάσει το ολοκαίνουριο εκκλησιαστικό όργανο της εκκλησίας του Αγίου Βονιφατίου, ότι καλύτερο για τον νεαρό Johann. Εκεί διορίζεται και παραμένει μόνο για δύο χρόνια, αφού ο φιλόδοξος Bach, σπάει το συμβόλαιό του για να επισκεφτεί, με τα πόδια όπως λέγεται, τον Dietrich Buxtehude στο Λύμπεκ. Η επαφή του με τον διακεκριμένο συνθέτη και οργανίστα της εποχής , ήταν όνειρο ζωής και οι επιρροές του είναι εμφανείς στα έργα του Bach. Την εποχή που ζει στο Άρνσταν, γράφει και ένα από τα πιο γνωστά έργα του, την «Τοκάτα2 και Φούγκα3 σε Ρε ελάσσονα» για εκκλησιαστικό όργανο. Το 1707 διορίζεται ως οργανίστας στο Μυλχάουζεν, με υψηλό μισθό και αυστηρό συμβόλαιο. Εκεί παντρεύεται τη δεύτερη ξαδέλφη του Maria Barbara Bach, με την οποία αποκτούν επτά παιδιά, εκ των οποίων θα επιβιώσουν τα τέσσερα. Στην ευρύχωρη εκκλησία του Αγίου Βλασίου, όπου εργάζεται, θα δημιουργήσει μια καινοτομία για τα δεδομένα της εποχής: διαχωρίζει τις χορωδίες και τα οργανικά σύνολα σε ομάδες και τις τοποθετεί σε διαφορετικά μέρη της εκκλησίας, πετυχαίνοντας έτσι στερεοφωνικό ήχο.

Το 1708 επιστρέφει στη Βαϊμάρη μαζί με την οικογένειά του, όχι σαν υπηρέτης που ήταν κάποτε, αλλά ως διάσημος αυλικός οργανίστας και περίφημος συνθέτης. Είκοσι (από  τις διακόσιες εικοσιπέντε) καντάτες4, πρελούδια5 και φούγκες, που θα αποτελέσουν τη βάση για το «Καλοσυγκερασμένο Κλειδοκύμβαλο»6, σονάτες7 και παρτίτες8 για βιολί, έργα για εκκλησιαστικό όργανο, ανάμεσά τους και το «Μικρό βιβλίο για το εκκλησιαστικό όργανο», είναι λίγα από τα αριστουργήματά του αυτής της περιόδου.

Το 1717 ξεκινά καριέρα στο Καίτεν ως Διευθυντής Ορχήστρας. Εδώ, συνθέτει πλήθος έργων ορχηστρικής μουσικής και μουσικής δωματίου9 και ολοκληρώνει κάποια παλαιότερα έργα, όπως τις έξι σουίτες10 για βιολοντσέλο, τις Γαλλικές και Αγγλικές σουίτες για πληκτροφόρα και τα έξι «Βρανδεμβούργια Κονσέρτα». Το 1720 πεθαίνει ξαφνικά η αγαπημένη του σύζυγος, ενώ τον επόμενο χρόνο παντρεύεται την κατά 17 έτη νεότερή του, Άννα Μαγδαληνή Βίλκε, με την οποία αποκτά 13 παιδιά. Από αυτά μόνο τα έξι θα επιζήσουν, μεταξύ των οποίων είναι και ο αξιόλογος μεταγενέστερος συνθέτης Johann Christian Bach. Το 1723 μετακομίζει στη Λειψία, όπου διορίζεται ως Κάντορας και διευθυντής εκκλησιαστικής μουσικής σε τέσσερις εκκλησίες. Κάθε Κυριακή οφείλει να παρουσιάζει ένα νέο έργο για ορχηστρικό και φωνητικό σύνολο, στην εκκλησία που υπηρετούσε. Αυτό σήμαινε 50 περίπου καντάτες ετησίως!

Τη Μεγάλη Παρασκευή του 1727 παρουσιάζει ένα από τα πιο σημαντικά έργα όλων των εποχών, το «Κατά Ματθαίον Πάθη», για σόλο φωνές, διπλή χορωδία,   διπλή ορχήστρα και δύο εκκλησιαστικά όργανα. Αποτελούν μελοποίηση των κεφαλαίων 26 και 27 του Ευαγγελίου του Ματθαίου. Το πνευματικό  αυτό έργο είχε εξαιρετικά μεγάλη για την εποχή διάρκεια, ήταν απαιτητικό στην εκτέλεση του και ιδιαίτερα δύσκολο στην έκφρασή του. Μόνο δύο από τα τέσσερα (ή πέντε) πάθη που συνέθεσε σώζονται σήμερα. Η δεκαετία 1730- 40 υπήρξε η πιο παραγωγική για το συνθέτη, αλλά και για όλη την ιστορία της έντεχνης δυτικής μουσικής, αφού συνέθεσε έργα τεράστιας ποιοτικής και ποσοτικής εμβέλειας, όπως «Το Ορατόριο11 των Χριστουγέννων» , « Το Ορατόριο του Πάσχα», «Κατά Ιωάννην Πάθη», «Κατά Μάρκον Πάθη»(χαμένο), «Λειτουργία σε Σι ελάσσονα». Το 1750 ξεκινάει ένα πολύ σημαντικό έργο, το οποίο ποτέ δεν ολοκλήρωσε, με τίτλο «Η Τέχνη της Φούγκας», που αποτελούνταν από μία σειρά από φούγκες και κανόνες για το κλειδοκύμβαλο.

Ο Bachτα τελευταία χρόνια της ζωής του, έχει σοβαρά προβλήματα με την όρασή του και έτσι υποβάλλεται σε δύο επεμβάσεις, με άσχημα αποτελέσματα. Όντας σχεδόν τυφλός, μετά από σοβαρό εγκεφαλικό επεισόδιο, πεθαίνει στις 28 Ιουλίου 1750.

Μετά το θάνατο του, τα έργα του θεωρήθηκαν αναχρονιστικά και λόγω των μεταβολών των θρησκευτικών αντιλήψεων, έπαψαν να ακούγονται. Αργότερα όμως, πολλοί ήταν εκείνοι οι συνθέτες που άρχιζαν να θαυμάζουν το έργο του  και να χρησιμοποιούν τις συνθέσεις του Bach για μουσική εκπαίδευση, αναζωπυρώνοντας έτσι το ενδιαφέρον για τον μοναδικό αυτόν συνθέτη. Ανάμεσάτουςο Mozart, o Beethoven, o Mendelsshon, o Schumann. Ακόμαάσκησεέντονηεπιρροήστουςσύγχρονουςσυνθέτες, όπωςστον Mahler, στον Wagner, στον Villa Lobos, στον Stravinsky, στον Shostakovich. Η προσφορά του στη μουσική, τοποθετείται σήμερα κατ’ αντιστοιχία με την προσφορά του Νεύτωνα στη Φυσική και του Σαίξπηρ στη Λογοτεχνία. Μάλιστα, σε δύο δορυφορικά σκάφη της αποστολής Voyager, βρίσκονται γραμμένα αποσπάσματα από συνθέσεις του, ως ένας μικρός φόρος τιμής για την τεράστια κληρονομιά που μας άφησε.

«Η Μουσική χρωστάει στον Μπαχ όσα η Θρησκεία στο Δημιουργό της» (Robert Schumann)

Ακούστε το χορικό «O Haupt voll Blut und Wunden» («Ω, Πρόσωπο γεμάτο αίμα και πληγές») από τα « Πάθη κατά Ματθαίον»

«Τοκάτα και Φούγκα σε ρε ελάσσονα»
https://www.youtube.com/watch?v=bkUUjUJ4wHg
*Η Μαρία Γιαννικοπούλου είναι απόφοιτος του Ιονίου Πανεπιστημίου τμήματος Μουσικών Σπουδών.


[1] Πρόκειται για έναν διακανονισμό, κατά τον οποίο εύπορες οικογένειες πληρώνουν τα έξοδα συντήρησης και διαμονής φτωχών φοιτητών, με αντάλλαγμα τη μόρφωση των δικών τους παιδιών
[2] Από το ιταλικό “toccare” : αγγίζω, ελεύθερη μουσική φόρμα για πληκτροφόρα ή έγχορδα όργανα, περίτεχνης γραφής και γρήγορης ταχύτητας ,που απαιτεί ιδιαίτερη δεξιοτεχνία από τον εκτελεστή
[3] Από το λατινικό “fuga”: φυγή, πολυφωνικό μουσικό έργο στο οποίο όλες οι φωνές τραγουδούν την ίδια μελωδία, αρχίζοντας όμως η μια μετά την άλλη (μίμηση)
[4] Από το ιταλικό “cantare”: τραγουδώ,  είδος μουσικής φωνητικής σύνθεσης, θρησκευτικού ή κοσμικού περιεχομένου, με οργανική ή ορχηστρική συνοδεία
[5] Εισαγωγικό μέρος μιας σύνθεσης
[6] Συλλογή δύο βιβλίων του για πληκτροφόρο όργανο. Κάθε βιβλίο περιλαμβάνει 12 δυάδες ενός πρελούδιου και μιας φούγκας γραμμένων σε καθεμιά από τις 12 τονικότητες.
[7] Οργανική μουσική μορφή, με πολλά μέρη
[8] Από το ιταλικό “partire”: χωρίζω, αποτελεί σύνολο μουσικών μερών ή χορών για σόλο όργανο
[9]Musicadacamera: μουσική που προορίζεται για μικρά σύνολα μουσικών οργάνων, που εκτελούν σε μικρούς  χώρους (συνήθως 2 εώς 4 όργανα)
[10] Σειρά από χορούς
[11] Μουσική σύνθεση μεγάλης διάρκειας, θρησκευτικού περιεχομένου,  για σόλο φωνές, χορωδία και ορχήστρα

Προηγούμενο άρθροΥποψήφιος Περιφερειακός Σύμβουλος ο Γιώργος Γαβρίλης
Επόμενο άρθροΑνάσταση στην Λευκάδα