Αρχική Μόνιμες Στήλες Μουσικά Πορτραίτα Giuseppe Fortunino Francesco Verdi

Giuseppe Fortunino Francesco Verdi

0
verdi

verdi

Της Μαρίας Γιαννικοπούλου.

«Είναι ένας συνθέτης απολύτως ικανός να απογυμνώσει και να μιλήσει για τα πάθη και τον πόνο μας, για τις ευχές και τα ελαττώματά μας κι αυτός είναι ένας από τους λόγους της παγκοσμιότητάς του: θα είναι για πάντα επίκαιρος. Όσο ο άνθρωπος έχει τα ίδια χαρακτηριστικά, κάθε γενιά θα ανακαλύπτει στη μουσική του Verdi μία κουβέντα παρηγοριάς.»
Riccardo Muti

Φέτος, συμπληρώνονται διακόσια χρόνια από τη γέννηση του «συνθέτη της ζωής». Ο Giuseppe Fortunino Francesco Verdi, γεννήθηκε στις 9 ή 10 Οκτωβρίου 1813 στη Ρονκόλα, ένα χωριό κοντά στο Μπουσσέτο, στο δουκάτο του Τάρο, που άνηκε στην Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία . Ο πατέρας του, Carlo Giuseppe Verdi , ιδιοκτήτης πανδοχείου και η μητέρα του Luigia Uttini, ήταν πολύ φτωχοί για να του παρέχουν την απαραίτητη μόρφωση.

Ο Giuseppe έδειξε κάποιο ταλέντο στη μουσική, τραβώντας την προσοχή του Antonio Barezzi, πλούσιου εμπόρου και ερασιτέχνη μουσικού, που τον ενθαρρύνει και τον βοηθάει. Σε νεαρή ακόμα ηλικία μετακομίζουν από τη Ρονκόλα στο Μπουσσέτο. Εκεί, υπήρχε σχολή Ιησουητών, της οποίας ο Giuseppe επισκεπτόταν τακτικά τη βιβλιοθήκη, ενισχύοντας την εκπαίδευσή του. Στο Μπουσσέτο παίρνει και τα πρώτα του μαθήματα σύνθεσης, στην οποία πολύ σύντομα έδειξε ότι είχε μεγάλη κλίση.

Giuseppe Fortunino Francesco Verdi

Ο Verdi ,στα 20 του χρόνια, πηγαίνει με έξοδα του Barezzi, στο Μιλάνο για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Κονσερβατόριο, αλλά δεν γίνεται δεκτός, επειδή έχει περάσει τα όρια ηλικίας. Παραμένει εκεί για τρία χρόνια, σπουδάζοντας δίπλα στον Vincenzo Lavigna , διάσημο συνθέτη από το Μιλάνο, με τον οποίο κάνει μαθήματα θεωρητικών. Παράλληλα παρακολουθεί όπερες, μελετά και αντιγράφει παρτιτούρες. Στα 23 του, επιστρέφει στο Μπουσσέτο και παίρνει τη θέση του διευθυντή της ορχήστρας Societa Filarmonica, καθώς και τη θέση καθηγητή μουσικής σε τοπικό σχολείο. Ο Barezzi, επειδή ήταν λάτρης της μουσικής του Verdi, τον καλεί να διδάξει μουσική στην κόρη του Margherita. Οι δυο τους ερωτεύονται και τελικά παντρεύονται το 1836, αποκτώντας δύο παιδιά.

Τη χρονιά που παρουσιάστηκε η πρώτη του όπερα «Oberto» στη σκάλα του Μιλάνου , πεθαίνουν τα δυο του παιδιά, ενώ ένα χρόνο αργότερα το 1840 πεθαίνει και η αγαπημένη του γυναίκα, γεγονότα που τον βύθισαν σε θλίψη. Την ίδια χρονιά, παρά την οικογενειακή τραγωδία, ανεβαίνει η δεύτερή του όπερα, «Μια ημέρα Βασιλείας», η οποία όμως σημείωσε αποτυχία, οδηγώντας τον στο να αποσυρθεί στο σπίτι του στο Μιλάνο.

Δυο χρόνια καταφέρνει να ζήσει μακριά από τη μουσική, όταν αποδέχθηκε πρόταση να ξαναρχίσει να γράφει όπερες για τη σκάλα του Μιλάνου. Με την όπερα «Nabucco» (« Ναβουχοδονόσορας»), ξεκινάει η λαμπρή του καριέρα. Στην πρεμιέρα γνωρίζει τη διάσημη σοπράνο Giuseppina Strepponi, την οποία και παντρεύτηκε το 1859. Τα επόμενα χρόνια πετυχαίνει και την διεθνή του αναγνώριση. Οι όπερες «Λομβαρδοί», « Ερνάνη», « Αττίλας», όπως επίσης και οι επηρεασμένες από τη λογοτεχνία όπερες, «Λουίζα Μίλλερ» και « Μάκβεθ» ,παρουσιάστηκαν σε λυρικά θέατρα εκτός Ιταλίας, όπως στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Στις αρχές τις δεκαετίας του 1850 τρεις όπερές του, «Rigoletto» ( εξελληνισμένα «Ριγολέτος»), «Il Trovarore» («Ο Τροβαδούρος») και «La Traviata» («Η παραστρατημένη»), είχαν τεράστια επιτυχία. Όπερες όπως οι: « Ι Vespri Siciliani» («Οι Σικελικοί Εσπερινοί»), «Un Ballo in maschera» («Χορός μεταμφιεσμένων»), «Don Carlos», «Η Δύναμη του Πεπρωμένου», «Σιμών Μποκανέγκρα»,τον καθιστούν έναν από τους πλέον διάσημους συνθέτες του είδους της όπερας, της ρομαντικής εποχής . Μετά την «Αida» που παρουσιάστηκε το 1871 στο Κάιρο για τα εγκαίνια της διώρυγας του Σουέζ, ακολουθεί ένα διάστημα «σιωπής». Το 1873 γράφει και το μοναδικό του κουαρτέτο εγχόρδων.

Το 1874 παρουσιάστηκε, έπειτα από πολλές αναβολές και δυσκολίες το διάσημο «Ρέκβιεμ» , που ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του Alessandro Manzoni, ιταλού ποιητή. Ακολουθούν οι όπερες «Οθέλος» και «Falstaff». Τελευταίο του έργο είναι τα Τέσσερα θρησκευτικά κομμάτια. Το 1897 πεθαίνει η Giuseppina και ιδρύει οίκο ευγηρίας μουσικών στο Μιλάνο, διαθέτοντας όλα τα έσοδα από τα έργα του για τη συντήρησή του. Ο Verdi πεθαίνει στις 27 Ιανουαρίου 1901, στο Μιλάνο, ύστερα από βαρύ εγκεφαλικό επεισόδιο.

Είναι ένας από τους μεγαλύτερους συνθέτες μελοδράματος, έχοντας συνθέσει 26 όπερες, αλλά συμμετέχοντας ενεργά και στη δημιουργία των λιμπρέτων του. Όμως, η μουσική του έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην εποχή που η Ιταλία αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία και την ένωσή της. Ως μουσικός, συνεργαζόταν με τους πρωτεργάτες της επανάστασης, για την ίδρυση του Ιταλικού Βασιλείου με Βασιλέα τον Βίκτορα Εμμανουήλ Β. Το όνομα του εμφανίζεται ως αγωνιστικό σύμβολο: VERDI = Vittorio Emmanuele Re D’ Italia (Βίκτορ Εμμανουήλ Βασιλιάς της Ιταλίας). Η θεματολογία των περισσότερων έργων του, εμπνέεται από την πολιτική κατάσταση της Ιταλίας, περνώντας «κρυφά» επαναστατικά μηνύματα στο κοινό του.

nabuccoΕπηρεασμένος από το λιμπρέτο του «Nabucco», που περιγράφει τα δεινά και τον πόθο των Εβραίων για την απελευθέρωσή τους από το Ναβουχοδονόσορα ( βασιλιά των Βαβυλωνίων), γράφει μουσική για αυτό. Αυτή η όπερα είναι εξαίρετης σημασίας, γιατί συνδέεται με τις προσπάθειες του Verdi για την πολιτική ελευθερία της χώρας του. Μάλιστα, δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι ο κόσμος τον συνόδευσε στην τελευταία του κατοικία, σιγοτραγουδώντας το χορωδιακό των αιχμαλώτων της τρίτης πράξης της όπερας, «Va pensiero, sull’ali dorate»(« πέτα ψυχή, με χρυσά φτερά»), που εκφράζει τη νοσταλγία των Εβραίων για την πατρίδα. Στίχοι που ενέπνευσαν το Verdi και που έγιναν ο ύμνος της ιταλικής ενότητας.

” Λατρεύω την τέχνη…όταν είμαι μόνος με τις νότες μου, η καρδιά μου χτυπάει δυνατά και τα δάκρυά μου τρέχουν από τα μάτια μου και τα συναισθήματά μου και οι χαρές μου, είναι τόσο μεγάλες για να τις αντέξω.»

Δειτε στο παρακάτω βίντεο την Φιλαρμονική της Βιέννης να ερμηνεύει το μέρος “Lacrymosa” από το “Requiem του Verdi υπό την διευθυνση του Herbert von Karajan. Αξίζει να αναφέρουμε ότι στο βίντεο εμφανίζεται σε ρόλο σολίστα η Λευκαδίτισσα Αγνή Μπάλτσα.

*H Μαρία Γιαννικοπούλου, είναι απόφοιτος του Ιονίου Πανεπιστημίου τμήματος Μουσικών Σπουδών.

Προηγούμενο άρθροΒραδιά γευσιγνωσίας από την Τράπεζα Χρόνου Λευκάδας
Επόμενο άρθρο1 χρόνος μέσα από τις φωτογραφίες μιας κακοποιημένης γυναίκας