Αρχική Μόνιμες Στήλες Μουσικά Πορτραίτα Νίνο Ρότα

Νίνο Ρότα

0

«Ο Νίνο σκηνοθετούσε μουσικά… Πολλές φορές ολοκλήρωνε τη μουσική πριν από την ταινία. Ετσι, τροποποιούσα εκ των υστέρων το σενάριο, επινοώντας νέες καταστάσεις και χαρακτήρες».

Τα λόγια του ιταλού σκηνοθέτη Φεντερίκο Φελίνι για τον αγαπημένο φίλο και συνεργάτη του, Νίνο Ρότα (1911-1979), τον συνθέτη που σφράγισε με τις μουσικές του μερικές από τις πιο μεγάλες ταινίες στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου, υπογραμμίζουν με τον πιο σαφή τρόπο το αδιαίρετο των δύο δημιουργών.

Ο Νίνο Ρότα έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα, 10 Απριλίου 1979, στη Ρώμη, σε ηλικία 68 χρονών, αφήνοντας μουσικές δυνατές σαν εικόνες. Υπήρξε συνθέτης σε όλες τις ταινίες του Μάγου Φελίνι, με κορυφαία στιγμή τη μουσική που έγραψε για την ταινία «8 ½»

Παιδί οικογένειας μουσικών, γεννιέται στο Μιλάνο το 1911. Σπουδάζει στο ωδείο της γενέτειρας του και προτού κλείσει τα δεκαπέντε, έχοντας ήδη συνθέσει μία όπερα και ένα ορατόριο, θεωρείται δικαίως, παιδί – θαύμα. Με προτροπή του διάσημου διευθυντή ορχήστρας Αρτούρο Τοσκανίνι, ο νεαρός Νίνο συνεχίζει τις σπουδές του με υποτροφία στο Ινστιτούτο Κέρτις της Φιλαδέλφεια.

Τα τρία χρόνια που ζει στις ΗΠΑ γνωρίζει και επηρεάζεται από τη τζαζ, από τη μουσική του Ααρον Κόπλαντ και του Τζορτζ Γκέρσουιν.

Επιστρέφει στην Ιταλία αναλαμβάνει να διδάξει και στη συνέχεια, να διευθύνει το Ωδείο του Μπάρι, με μαθητές διάσημους αργότερα μουσικούς, όπως ο μαέστρος Ρικάρντο Μούτι και ο συνθέτης, Νικόλα Πιοβάνι. Παράλληλα, σπουδάζει Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνο.

Το 1933 υπογράφει το πρώτο του σάουντρακ για την ταινία του Ραφαέλε Ματαράτσο «Treno Popolare». Έπρεπε να περάσουν 19 χρόνια, από το πρώτο εκείνο σάουντρακ, για να εισέλθει οριστικά στον μαγικό κόσμο του Φεντερίκο Φελίνι.

Η πρώτη συνεργασία των δύο ανδρών είναι στην πολυβραβευμένη ταινία «Ο Λευκός Σεΐχης».

Ακολουθεί μία φιλία και συνεργασία σχεδόν τριάντα ετών, με τους δύο δημιουργούς να συνυπογράφουν ταινίες – θρύλους, όπως «Ντόλτσε Βίτα» (με την εκθαμβωτική Ανίτα Εκμπεργκ, τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι και την Ανούκ Εμέ, Χρυσός Φοίνικας στις Κάννες το 1960 και ταινία σταθμός για τον Φελίνι, η φήμη του εκτοξεύεται), «Λα Στράντα» (1954, ο Φελίνι κερδίζει τον Αργυρό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας το 1954 και το Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1956), «8 ½ » (1963, Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, η μουσική του Νίνο Ρότα, αξεπέραστη), «Νύχτες της Καμπίρια» (Οσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, 1957, στο σενάριο ο Φελίνι συνεργάζεται με τον Πιερ Πάολο Παζολίνι, επειδή γνωρίζει την ρωμαϊκή «αργκό»).

«Η Μουσική του Ρότα βασίζεται σ’ αυτό που αποκαλούμε ανεξήγητο. Στη Μελωδία», γράφει ο Μάνος Χατζιδάκις στο βιβλίο «Ο καθρέφτης και το μαχαίρι» (εκδ. Ικαρος). «Αλλά συγχρόνως παίζει και με την ανάμνηση. Αυτό που η μητέρα του φορούσε, αυτός στα χέρια του το μετασχηματίζει εκφραστικά σ’ ένα σημάδι σύγχρονο ή και μελλοντικό. Γνωρίζει τέλεια τη μουσική παράδοση της χώρας του και την χειρίζεται χωρίς συμπλέγματα εθνικά. Δεν παριστάνει τον σύγχρονο γιατί είναι – και περιέχει τον καιρό του με όλες τις αντινομίες του…»

Και παρακάτω: «Ο Ρότα είχε συνείδηση του λαϊκού. Απ’ τη μητέρα του που λένε. Και θαυμαστά συνθέτει ολόκληρες σειρές από πρωτοφανέρωτες οικείες μελωδίες, που εξαρχής δεθήκανε με τα Φελινικά οράματα και φτιάξαν μία από τις πιο θαρραλέες και μαγικές στιγμές του κόσμου αυτού που ζούμε. Ο Φελίνι και ο Ρότα είναι η επιτυχημένη Ιταλία του Μεταπολέμου που γνωρίζει να διασκεδάζει και να βλέπει βαθιά τις ρωγμές και τους κραδασμούς του μέλλοντος, χωρίς να χάνει το αίσθημα και την μνήμη του μεταναγεννησιακού πάθους».

Μπορεί ο Φελίνι να είναι το alter ego του, αλλά ο Νίνο Ρότα συνεργάζεται και με άλλους σκηνοθέτες: Με τον Λουκίνο Βισκόντι στον «Ρόκο και τ’ αδέλφια του» και στον «Γατόπαρδο», με τον Φράνκο Τζεφιρέλι στο «Ρωμαίος και Ιουλιέτα», με τον Ακίρο Κουροσάβα, τον Λουί Μαλ, τον Βιτόριο ντε Σίκα, τη Λίνα Βερτμίλερ και βέβαια, με τον Φράνσις Φορντ Κόππολα. Το 1975 κερδίζει το Οσκαρ για τη μουσική στην ταινία «Νονός ΙΙ».

Ο παραγωγικός, ακούραστος Νίνο Ρότα, έγινε διάσημος χάρη στη μουσική του για τον κινηματογράφο (περί τις 150 ταινίες), ωστόσο, συνέθεσε δέκα όπερες, οι οποίες παρουσιάστηκαν από τη La Scala, στην πατρίδα του, Μιλάνο μέχρι το Παρίσι και τις Βρυξέλλες, πέντε έργα για μπαλέτο –μεταξύ αυτών και για τον Μορίς Μπεζάρ- και έργα συμφωνικής μουσικής, που συμπεριλαμβάνουν στο ρεπερτόριο τους ορχήστρες σε όλο τον κόσμο.


Γεράσιμος Μεσσήνης – Μουσικός

Προηγούμενο άρθροΟμιλία Θανάση Καββαδά για την πρόταση δυσπιστίας της Νέας Δημοκρατίας κατά της κυβέρνησης
Επόμενο άρθροΗ ζωή και το έργο του Άγγελου Σικελιανού μέσα από ένα σπάνιο ντοκιμαντέρ