Αρχική Πολιτισμός - Εκδηλώσεις Πολιτισμός - Εκδηλώσεις 14η Σεπτεμβρίου: Ημέρα εθνικής μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων τη Μικράς Ασίας

14η Σεπτεμβρίου: Ημέρα εθνικής μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων τη Μικράς Ασίας

0
genoktonia-ellhnwn

genoktonia-ellhnwn

Η γενοκτονία του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας

 

Του Βλάση Αγτζίδη (διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας)

Η πρόσφατη προώθηση του νόμου, -που ψηφίστηκε από τη Βουλή των Ελλήνων το 1997-, για την αναγνώριση της Γενοκτονίας του μικρασιατικού Ελληνισμού με τη σύνταξη και αποστολή προς υπογραφή ενός προεδρικού διατάγματος από τον υπουργό Πολιτισμού κ. Ευ. Βενιζέλο και τον υφυπουργό Εσωτερικών κ. Κ. Καϊσερλή, έφερε στο φως μια από τις πλέον ματωμένες σελίδες της πρόσφατης ιστορίας. Μια σελίδα που πολλοί επιδίωξαν να ξεχαστεί. Όμως στην ιστορία οι σιωπές δεν μπορούν να διατηρηθούν για πάντα. Η ανάπτυξη της κοινωνίας των πολιτών και η ενεργοποίηση των προσφυγικών οργανώσεων, που επιμένουν να υπάρχουν, έφερε τα πρώτα αποτελέσματα. Η καταξίωση της ιστορικής μνήμης και η καταγραφή μιας μεγάλης Γενοκτονίας στη συλλογική μνήμη των Ελλήνων, βρίσκει πλέον την έκφρασή της με την επίσημη ανακήρυξη της 14ης Σεπτεμβρίου -ημέρα που η Σμύρνη πυρπολήθηκε από τα κεμαλικά στρατεύματα- ως Ημέρα Μνήμης.

Η Μικρασιατική Καταστροφή υπήρξε η μεγαλύτερη καταστροφή στην ιστορία του ελληνικού έθνους από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Για πρώτη φορά ο ελληνικός κόσμος περιορίστηκε στα γεωγραφικά όρια της Ελλάδας, στον Νότο της Βαλκανικής χερσονήσου και στην Κύπρο. Το δράμα που βίωσαν όλες οι χριστιανικές ομάδες της Ανατολής, υπήρξε ο επίλογος της επώδυνης διαδικασίας αντικατάστασης της πολυεθνικής μουσουλμανικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από εθνικά κράτη. Η αντίστροφη μέτρηση για τους Έλληνες -όπως και για τις υπόλοιπες χριστιανικές ομάδες- είχε αρχίσει με το πραξικόπημα των Νεότουρκων. Τότε χάθηκε οριστικά το μεγάλο στοίχημα για τη δυνατότητα καθιέρωσης ισοπολιτείας μεταξύ χριστιανών και μουσουλμάνων. Η μέχρι τότε κατάσταση περιγράφεται γλαφυρά στις 30 Νοεμβρίου 1908 στη σοσιαλιστική εφημερίδα «Ο Λαός» της Κωνσταντινούπολης που εξέδιδε ο Ν. Γιαννιός:

«Όλοι οι μουσουλμάνοι ήταν ίσοι αναμεταξύ τους. Όλοι μπορούσαν να γίνουν πασάδες ή στρατηγοί. Μα δεν παραδέχονταν τους χριστιανούς και τους Εβραίους για ίσους με τον εαυτό τους, παρά τους ονομάζανε γκιαούρηδες. Τους απογόνους των παλαιών κατοίκων τους μεταχειρίζονταν σαν ξένους. Δεν τους επέτρεπαν να γίνουν αξιωματικοί ή υπάλληλοι. Δεν τους δέχονταν για μάρτυρες στα τουρκικά δικαστήρια. Η τουρκική κυβέρνηση τους ανέχονταν μόνο, βάζοντάς τους να πληρώνουν ένα χωριστό φόρο, το χαράτσι. Τους ονόμαζαν ραγιάδες (κοπάδια) και δεν τους ήθελαν για άλλο τίποτα, παρά για να τρέφουν τον μουσουλμανικό λαό. Στις επαρχίες μόνο οι μουσουλμάνοι ήτανε γαιοκτήμονες. Οι χριστιανοί ήταν αγρότες, απαράλλαχτα όπως οι δούλοι στον μεσαίωνα. Πριν την κατοχή, οι χριστιανοί αυτοί ήσαν έθνη ανεξάρτητα και πάντα είχαν βαστάξει τη γλώσσα, τη φορεσιά τους και τις συνήθειές τους…».

 

Ένα εκατομμύριο ψυχές χάθηκαν

Το κόστος της καταστροφής του 1922 ήταν τεράστιο για τον Ελληνισμό της καθ´ ημάς Ανατολής. Ο Τζορτζ Χόρτον, Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη την περίοδο των τραγικών γεγονότων, υπολόγισε σε περισσότερους από ένα εκατομμύριο τους Έλληνες που εξοντώθηκαν στο σύνολο του μικρασιατικού χώρου κατά τη διάρκεια των εθνικών εκκαθαρίσεων. Με βάση την οθωμανική απογραφή, οι Έλληνες στον μικρασιατικό χώρο (Δυτική Μικρά Ασία, Πόντος και Καππαδοκία) ξεπερνούσαν τα δυόμισι εκατομμύρια πριν από την έναρξη του Α´ Παγκοσμίου Πολέμου. Η επόμενη καταγραφή τους γίνεται στην Ελλάδα το 1928. Καταγράφονται λίγο περισσότεροι από ένα εκατομμύριο.

Πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι η ελληνική απογραφή του 1928 χαρακτηριζόταν από ανεπάρκειες και μεθοδολογικά λάθη. Για παράδειγμα, καταγράφεται ο τόπος προέλευσης και όχι ο τόπος γέννησης. Έτσι δεν γνωρίζουμε τον αριθμό των Ποντίων προσφύγων που είχαν εγκατασταθεί στην Ανατολική Θράκη το 1919.

Μια μαρτυρία

«Ο Κεμάλ γιόρτασε το θρίαμβό του με τη μεταβολή της Σμύρνης σε τέφρα και την τεράστια σφαγή του εκεί χριστιανικού πληθυσμού», έγραψε στα απομνημονεύματά του ο Ουΐνστον Τσόρτσιλ. Η σφαγή της Σμύρνης συγκλόνισε ολόκληρο τον πολιτισμένο κόσμο. Ακόμα και στη Γαλλία -η φιλοτουρκική πολιτική της οποίας καθόριζε την πληροφόρηση που παρείχαν οι δημοσιογράφοι- διογκώθηκαν τα αντιτουρκικά συναισθήματα. Όμως, περισσότερο από τις ανταποκρίσεις και τις ψυχρές επισημάνσεις των διπλωματών, το τρομερό τοπίο εκείνων των ημερών αποκαλύπτεται μέσα από τις μαρτυρίες όσων το έζησαν.

Η συλλογή και η έκδοση των αυθεντικών μαρτυριών έγινε από το Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών. Μαρτυρίες συγκλονιστικές, που πιστοποιούν την ύπαρξη του Μικρασιατικού Ολοκαυτώματος. Τυχαία επιλέξαμε και δημοσιεύουμε τις αναμνήσεις της Ελένης Καραντώνη από το Μπουνάρμπασι, έντεκα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Σμύρνης. Το Μπουνάρμπασι είχε χίλιους κατοίκους, από τους οποίους οι οκτακόσιοι ήταν Έλληνες:

«…Άρχισε ο στρατός μας να φεύγει. Χτυπούσαν τις πόρτες μας και ζητούσαν ρούχα για να βγάλουν το χακί από πάνω τους. Πόσους δεν ντύσαμε! Οι μεγάλοι οι δικοί μας ξεκουμπίστηκαν και φύγανε κι άφησαν τον κόσμο στο έλεος του Θεού. Έφταναν οι στρατιώτες ξυπόλυτοι, γυμνοί, κουρελιασμένοι, πρησμένοι, νηστικοί. Οι Τούρκοι κατέβαιναν και έσφαζαν τους Έλληνες. Το ίδιο έκαναν και οι δικοί μας. Παντού φωτιά και μαχαίρι άκουες και έβλεπες. Από τους κατοίκους του Μπουνάρμπασι έμειναν καμιά δεκαριά οικογένειες… Μερικοί κατάφεραν να φύγουν, σέρνοντας με την κοιλιά προς το Σικλάρι και από κει στη Σμύρνη. Τους άλλους όλους τους ατιμάσανε, τους σφάξανε, τους κρεμάσανε, τους κάψανε. Κι εκείνους που κατάφεραν από το Σικλάρι να φτάσουν στη Σμύρνη, όταν ήρθε ο Κεμάλ, τους έπιασε και τους έσφαξε.

Εμείς βρισκόμασταν στη Σμύρνη. Πλημμύρα οι μαχαλάδες στο αίμα. Βάλανε φωτιά οι Τούρκοι, μια ώρα μακριά. «Μη φοβάστε είναι μακριά», μας είπε ο νοικοκύρης του σπιτιού που μέναμε. Σ´ ένα τέταρτο η φωτιά είχε έρθει σε μας. Ρίχνανε βενζίνη και προχωρούσε. Βγήκαμε στο δρόμο. Φωτιά από τη μια, θάλασσα από την άλλη. Βρισκόμασταν στη μέση. Και οι Τσέτες (σ.τ.σ. οι άτακτοι Τούρκοι) βρίσκονταν στη μέση, και έσφαζαν και σκότωναν.

Τη νύχτα οι Τσέτες έκαναν επίθεση ν´ αρπάξουν, να σφάξουν, ν´ ατιμάσουν. «Βοήθεια! Βοήθεια!», φώναζε ο κόσμος. Τα εγγλέζικα πλοία ήταν απέναντι. Έριχναν τους προβολείς. Σταματούσαν για λίγο. Τη νύχτα θέλαμε να πάμε προς νερού μας. Πήγαμε λίγο πιο έξω, φρίκη! Βρεθήκαμε σε μια χαβούζα (σ.σ. μεγάλο ανοιχτό λάκκο). Γύρω-γύρω, στα χείλια της χαβούζας σπαρταρούσαν κορμιά, και μέσα η χαβούζα ήταν γεμάτη κεφάλια. Έπαιρναν όποιον έπιαναν, τον πήγαιναν στην άκρια της χαβούζας, έκοβαν το κεφάλι και το έριχναν μέσα στη χαβούζα και τα κορμιά τα άφηναν να σπαρταρούν γύρω-γύρω. Ήταν φοβερό. Όσοι το είδαν τρελάθηκαν. Το τρελοκομείο γέμισε από τρελούς σαν ήρθαμε. Εκεί σ´ αυτό το μέρος χάσαμε και τον πατέρα μου. Τον αδελφό μου τον έσφαξαν στο χωριό.

Έβγαλαν, μετά, ιταλικά και ελληνικά πλοία και μας πήραν. Πόσους; Ούτε ένα είκοσι τοις εκατό δεν επήραν. Τέτοια καταστροφή δεν είδαν τα μάτια μου!».

 

Σημείωση: το παραπάνω κείμενο αποτελεί αποσμάτα απο το κείμενο του Βλάση Αγτζίδη. [εδώ] Δείτε ολόκληρο το κείμενο

Ντοκιμαντερ του National Geographic, «1922: Ο Μεγάλος Ξεριζωμός»

http://www.youtube.com/watch?v=rvzj2nncUlE

Προηγούμενο άρθροΟ Εναλλακτικός Τουρισμός στη Λευκάδα : Δυνατότητες και Προοπτικές
Επόμενο άρθροΚαστός – Ο “ερημίτης” του Ιονίου