Αρχική Top Stories ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ  ΕΝΑΣ ΤΙΤΑΝΑΣ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΑΝΟΗΣΗΣ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ  ΕΝΑΣ ΤΙΤΑΝΑΣ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΑΝΟΗΣΗΣ

0

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΟΓΙΩΡΓΗΣ

 ΕΝΑΣ ΤΙΤΑΝΑΣ ΤΗΣ ΕΓΧΩΡΙΑΣ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΑΝΟΗΣΗΣ

 Επιμέλεια – Παρουσίαση

Σωτήρης Κων. Κάτσενος, Δημοσιογράφος

 Μόλις κυκλοφόρησαν τα δύο νέα βιβλία, το πρώτο με τίτλο :  Γνώση και Μέθοδος, 29 ερωτήματα για την Κοσμοσυστημική Γνωσιολογία (ΤΡΙΤΗ ΒΕΛΤΙΩΜΕΝΗ ΕΚΔΟΔΗ) και το δεύτερο με τίτλο : Η δημοκρατία και ο πόλεμος στον Θουκυδίδη του συντοπίτη μας, Ομότιμου Καθηγητή Πολιτικής Επιστήμης, διακεκριμένου και διεθνώς αναγνωρισμένου, κυρίου Γιώργου Κοντογιώργη. Τα «Νέα της Λευκάδας» και ο γράφων, έχουν τη τιμή και τη χαρά να σας παρουσιάζουν στο σημερινό τους φύλλο τα ανωτέρω δύο νέα βιβλία του κ. Κοντογιώργη.

Θα μπορούσα να γράψω πολλές γραμμές για τον καταξιωμένο συμπατριώτη μας, Καθηγητή κ. Γιώργο Κοντογιώργη. Δεν υπάρχει, όμως, λόγος, γιατί όσες και να γράψω θα είναι «λίγες».

Ένα μόνο θα γράψω.

Πως, το πολυγραφότατο και εξαιρετικά  αξιόλογο συγγραφικό έργο του ξεχωριστού Λευκαδίτη, Καθηγητή της Πολιτικής Επιστήμης, κυρίου Γιώργου Κοντογιώργη, τον κατατάσσει στους Τιτάνες της εγχώριας και διεθνούς διανόησης.  

Ο καθηγητής Γιώργος Κοντογιώργης χρημάτισε Πρύτανης του Παντείου Πανεπιστημίου. Μέλος διεθνών επιστημονικών ενώσεων και επιστημονικών περιοδικών, έχει διδάξει σε πλήθος ξένων πανεπιστημίων και επί σειρά ετών στο Ινστιτούτο Πολιτικών Επιστημών του Παρισιού. Διετέλεσε Τιτουλάριος της έδρας Franqui στο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών, Διευθυντής Ερευνών (Directeur de Recherche) στο γαλλικό CNRS/Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, ιδρυτικός συντελεστής και Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μάστερ Πολιτικής Επιστήμης με έδρα το I.E.P. του Παρισιού, ιδρυτικός συντελεστής της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πολιτικής Επιστήμης (EPSNET), μέλος της Ανώτατης Διοίκησης του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου της Φλωρεντίας, καθηγητής και μέλος της διοίκησης του Μάστερ Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Σιένας, επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Οραντέα, επίτιμο μέλος του ΔΙ.Κ.Α.Μ. του Α.Π.Θ., αντεπιστέλλον μέλος της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών και της Διεθνούς Ακαδημίας Πολιτισμού της Λισαβόνας. Το διεθνές επιστημονικό περιοδικό Revue Internationale de Politique Comparée αφιέρωσε ένα ολόκληρο τεύχος στο έργο του, ενώ άρθρα του έχει φιλοξενήσει επίσης η έγκριτη εφημερίδα Le Monde. Βιβλία και επιστημονικά άρθρα του Γ.Κοντογιώργη έχουν δημοσιευθεί σε πολλές χώρες.

Πριν λίγες ημέρες κυκλοφόρησαν δύο νέα βιβλία του: το Η δημοκρατία και ο πόλεμος στον Θουκυδίδη από τις Εκδόσεις Ποιότητα και το Γνώση και μέθοδος από τις Εκδόσεις Παρουσία/Αρμός. Πρόκειται επίσης να κυκλοφορήσουν στο Παρίσι, στα γαλλικά, δύο άλλα έργα του: Το Η δημοκρατία ως ελευθερία. Δημοκρατία, αντιπροσώπευση και μοναρχία και το Eλληνική ιστορία, Από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, από τις Εκδόσεις L’Harmattan.

Κυριότερα έργα του συγγραφέα: La théorie des révolutions chez Aristote, LGDJ, Παρίσι, 1975/1978 (ελλ. μτφ. Η θεωρία των επαναστάσεων στον Αριστοτέλη, Λιβάνης, Αθήνα, 1982). Κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα (Επιμ.), ΕΕΠΕ, Εξάντας, Αθήνα, 1977. Η ελληνική λαϊκή ιδεολογία. Κοινωνικοπολιτική μελέτη του δημοτικού τραγουδιού, Λιβάνης, Αθήνα, 1979. Κοινωνική δυναμική και πολιτική αυτοδιοίκηση. Τα ελληνικά κοινά της τουρκοκρατίας, Λιβάνης, Αθήνα, 1982. Πολιτικό σύστημα και πολιτική, Πολύτυπο, Αθήνα, 1985. Histoire de la Grèce, Hatier, Παρίσι, 1992. Το Ιερατείο, Epicom, Αθήνα, 2000. Νεοτερικότητα και πρόοδος, Κάκτος, Αθήνα, 2001. Το αυταρχικό φαινόμενο, Παπαζήσης, Αθήνα, 2003. Πολίτης και πόλις. Έννοια και τυπολογία της πολιτειότητας, Παπαζήσης, Αθήνα, 2003. La Grèce du politique, Μονπελιέ, 2003. «De la démocratie. Questions de concepts et de méthode», Revista Estudos do Século XX, 17/2017, «Political Culture in Greece» στο Takashi Inogushi, Jean Blondel (Επιμ.), Globalization and Political Culture of Democracy, Τόκιο, 2003. Έθνος και “εκσυγχρονιστική” νεοτερικότητα, Εναλλακτικές εκδόσεις, Αθήνα, 2006. Η δημοκρατία ως ελευθερία. Δημοκρατία και αντιπροσώπευση, Πατάκης, Αθήνα, 2007. Ελληνικότητα και διανόηση (από κοινού με Μίκη Θεοδωράκη), Ιανός, Θεσσαλονίκη, 2007. Η ελληνική δημοκρατία του Ρήγα Βελεστινλή, Παρουσία/Αρμός, Αθήνα, 2008. 12/2008. Οι νέοι, η ελευθερία και το κράτος, Ιανός, Αθήνα, 2009. «La crise de la paix et les racines de la guerre. Le déficit interprétatif de la modernité», Estudos do seculo XX (Les crises du XXème siècle), 10/2010 Universidade de Coimbra, Οικονομικά συστήματα και ελευθερία, Σιδέρης, Αθήνα, 2010. Περί έθνους και ελληνικής συνέχειας, Ιανός, Αθήνα, 2011. De lEurope politique, L’ Harmattan, Παρίσι, 2011. L’ Europe et le Monde, L’ Harmattan, Παρίσι, 2011. «Citizenship and political action. The case of Political Europe», Ariane Landuyt (Eπιμ.), European Integration Process between History and New Challenges, Il Mulino, Μπολόνια, 2011. Κομματοκρατία και δυναστικό κράτος, Πατάκης, Αθήνα, 2012. «Il fenomeno autoritario in Europa» και «La dittatura militare in Grecia (1967-1974). Questioni di approccio del fenomeno autoritario» στο Giuliana Laschi (Επιμ.), Memoria d’ Europa, Eκδόσεις Franco Angeli, Μιλάνο, 2012. Οι ολιγάρχες, Πατάκης, Αθήνα, 2014. Η συριζαία αριστερά ως “νέα δεξιά”, Πατάκης, Αθήνα, 2016. Γνώση και μέθοδος, Παρουσία/Αρμός, 2017/2022. «Aristotle and the Democracy», Demetra Sfendoni-Mentzou (Επιμ.), Aristotle. Contemporary Perspectives on his Thought, De Gruyter, 2018. Το ελληνικό κοσμοσύστημα, σε 6 τόμoυς, Σιδέρης, Αθήνα, 2006-2021. Ελληνισμός και ελλαδικό κράτος. Δύο αιώνες αντιμαχίας, 1821-2021, Ποιότητα, Αθήνα, 2021.  Η δημοκρατία και ο πόλεμος στον Θουκυδίδη, Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα 2022.

Στο ανά χείρας έργο επιχειρώ έναν διάλογο με τον Θουκυδίδη υπό το πρίσμα της Κοσμοσυστημικής Γνωσιολογίας. Η Κοσμοσυστημική Γνωσιολογία προκρίνει την αναδόμηση της κοσμοϊστορίας με όρους κοσμοσυστήματος, δηλαδή με γνώμονα τη διακριτή ιδιοσυστασία των κοινωνιών και τη βιολογική τους διακτίνωση στον κοσμοχρόνο. Στην κοσμοσυστημική τυπολογία ο ελληνισμός επέχει θέση πρωτουργού του κοσμοϊστορικού γίγνεσθαι, με την έννοια ότι εισήγαγε για πρώτη φορά τον κόσμο της δεσποτείας στον ανθρωποκεντρισμό.

Όντως, ο ελληνισμός συγκρότησε εξ υπαρχής ένα πλήρες ανθρωποκεντρικό κοσμοσύστημα εδρασμένο στη μικρή κλίμακα της πόλης ενώ ταυτίσθηκε μαζί του σε συνάρμοση με το όλον της εξελικτικής του βιολογίας. Η συγκεκριμένη βιολογία περιλαμβάνει την κρατοκεντρική και την οικουμενική φάση με απόληξη την προετοιμασία του εδάφους για την σε βάθος χρόνου αλλαγή κλίμακας, τη γνωστή με το προσωνύμιο «νεοτερικότητα».

Η περίοδος που διερμηνεύει ο Θουκυδίδης αντιστοιχεί στην κρατοκεντρική φάση του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος, και συγκεκριμένα στην περίοδο της ολοκλήρωσής της που σηματοδοτεί η δημοκρατία, προλειαίνοντας το έδαφος της μετάβασης στη μετακρατοκεντρική οικουμένη. Ίδιον της κρατοκεντρικής φάσης είναι η προσέγγιση της πολιτικής στις διακρατικές σχέσεις με όρους δύναμης.

Στη διάρκεια του διαλόγου μου με το έργο του Θουκυδίδη εξετάζω ακριβώς τη διαλεκτική σχέση που διαμορφώνεται μεταξύ της πολιτικής ως δύναμης στις διακρατικές σχέσεις με την ομόλογη πρόσληψη της πολιτικής ως εξουσίας ή ως ελευθερίας που απαντάται στο εσωτερικό της πόλης και οριοθετεί τη διαφορά φύσεως μεταξύ μοναρχίας και δημοκρατίας με ενδιάμεσο σταθμό την αντιπροσωπευτική πολιτεία.

Η παρακολούθηση των μεταμορφώσεων της πολιτικής με μέτρο τη δύναμη, τις οποίες αποκωδικοποιεί με παραστατικό τρόπο ο Θουκυδίδης, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Από τις διαδρομές αυτές θα διαπιστώσουμε με έκπληξη ότι η έμφαση στις προβολές της ισχύος στο διακρατικό πεδίο είναι αντιστρόφως ανάλογη με τη διαδικασία ανθρωποκεντρικής ολοκλήρωσης στο εσωτερικό της πόλης. Ώστε η διαλεύκανση του ζητήματος του πολέμου και της αιτιακής του βάσης μας προσκαλεί να διερωτηθούμε για τη διαλεκτική σχέση που διαμορφώνεται ανάμεσα στην πόλη ως θεμελιώδη κοινωνία, στην πολιτεία που ορίζει το σύνολο κοινωνικοοικονομικό και πολιτικό σύστημα και στη διακρατική σχέση. Η προβληματική μας φέρνει αντιμέτωπους με τους πατριωτισμούς που σταδιοδρομούν στον ελληνικό ανθρωποκεντρισμό, από τον πολεοτικό και τον πολιτειακό έως τον εθνικό, για να θέσει το ερώτημα του πολιτικού τους προτάγματος με δεδομένη την κοσμοσυστημική ιδιοσυστασία του ελληνισμού.

Ο διάλογος με τον κρατοκεντρικό ελληνισμό περιλαμβάνει επίσης τις προεκτάσεις της θουκυδίδειας προβληματικής και, συνακόλουθα, την επικαιρότητα του ιστορικού του έργου κατά τη μακρά πορεία του ελληνικού ανθρωποκεντρισμού στη φάση της οικουμένης (την οποία, ωστόσο, αγνοεί ο Αλιμούσιος στοχαστής αφού αποτέλεσε ύστερο από την εποχή του φαινόμενο) όσο και στη νεοτερικότητα.

Ζήτημα γεννάται ως προς τον χαρακτήρα του Πελοποννησιακού Πολέμου, και ειδικότερα σε ό,τι αφορά στην απορία εάν αποδίδει ένα τυπικό αδιέξοδο του ελληνικού κόσμου που έμελλε να οδηγήσει στην ανάσχεση της εξελικτικής του πορείας ή σηματοδοτεί τη δυναμική υπέρβασης της κρατοκεντρικής του φάσης και της επακόλουθης εισόδου του στην εποχή της οικουμένης.

Με δεδομένο ότι η φάση από την οποία διέρχεται η νεοτερικότητα συνεπάγεται τη βίωση ενός μόνον πολιτικού συστήματος, εκείνου της αιρετής μοναρχίας, το διακύβευμα εστιάζεται στην κατάληψη της πολιτικής εξουσίας, εν αντιθέσει προς την εποχή του Θουκυδίδη, οπότε ο κόσμος των πόλεων έρχεται αντιμέτωπος με ποικιλία πολιτειών που αντιμάχονται μεταξύ τους με πρόσημο τη μεταβολή πολιτείας. Η παραβολή της θουκυδίδειας κρατοκεντρικής φάσης με την ομόλογη φάση που βιώνει η νεοτερικότητα μας φέρνει αντιμέτωπους επίσης με το ερώτημα της κλίμακας, στο μέτρο που η ελληνική περίοδος του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος έχει ως θεμέλια κοινωνία τη μικρή κλίμακα της πόλης, ενώ η εποχή μας τη μεγάλη κλίμακα του κράτους έθνους. Το ερώτημα που τίθεται εν προκειμένω είναι εάν η διαφορά κλίμακας μεταβάλλει την πρόσληψη της διακρατικής πολιτικής σχέσης ως σχέσης δύναμης ή, έτι περαιτέρω, συμψηφίζεται με την ανθρωποκεντρική απόσταση που τις χωρίζει.

Μια άλλη σημαίνουσα παράμετρος της οποίας η εξέταση επιβάλλεται προκειμένου να γίνει κατανοητή η προβληματική του Θουκυδίδη για την κρατοκεντρική πολιτική δυναμική αφορά στη σχέση του ελληνικού ανθρωποκεντρισμού με τη δεσποτική περιφέρεια. Σε ποιον βαθμό οι αμοιβαίες επιρροές, και ιδίως η συνύπαρξή τους, επηρεάζουν τόσο την εσωτερική δυναμική των πόλεων όσο και τη διακρατική πολιτική διαμάχη;

Με δεδομένη τη μεθοδολογική επιλογή του Θουκυδίδη να αναπαραστήσει την πολιτειακή διαχείριση της διακρατικής πολιτικής σχέσης με βάση τους αντικείμενους λόγους, και συγκεκριμένα στο πλαίσιο της ζωντανής ροής της Εκκλησίας του Δήμου, προσφέρεται η μοναδική ευκαιρία να διερευνήσουμε συγχρόνως με τον κρατοκεντρισμό και τη φυσική λειτουργία της δημοκρατίας που διαφορετικά θα έμενε αδιευκρίνιστη.

Οπωσδήποτε, η προσέγγιση του έργου του Θουκυδίδη υπό το πρίσμα της Κοσμοσυστημικής Γνωσιολογίας προσφέρει μια πρώτης τάξεως δυνατότητα να κατανοήσουμε τη φύση της διακρατικής σχέσης και να αποτιμήσουμε τις διαδρομές της σε συνδυασμό με την εξελικτική βιολογία της πόλης, δηλαδή σε όλες τις φάσεις του κρατοκεντρικού γίγνεσθαι, από τις απαρχές του ελληνικού ανθρωποκεντρικού κόσμου έως την ολοκλήρωσή του, το τέλος της οικουμένης. Το γεγονός αυτό μας επιβάλλει να συγκρατήσουμε ότι το νεοτερικό Διεθνές Δίκαιο και οι Διεθνείς Σχέσεις καλύπτουν αποκλειστικά τη φάση της εποχής μας, η οποία εξ επόψεως ανθρωποκεντρικής βιολογίας αντιστοιχεί στο στάδιο της πρωτογένεσής της και αναλογικά στην ομόλογη εποχή του Σόλωνα. Αγνοεί, συνεπώς, τις επόμενες φάσεις της κρατοκεντρικής εξέλιξης που παρελαύνουν στο έργο του Αλιμούσιου Ιστορικού, προφανώς και την κεφαλαιώδη περίοδο της μετακρατοκεντρικής οικουμένης. Η επίγνωση του γεγονότος αυτού είναι καίρια προκειμένου να κατανοήσουμε το έργο του Θουκυδίδη και κατ’ επέκταση την εποχή μας, κατά τούτο τον περιορισμένο γνωσιολογικό ορίζοντα της νεοτερικής «επιστήμης».

Γιώργος Κοντογιώργης,
Η δημοκρατία και ο πόλεμος στον Θουκυδίδη

Μάθετε περισσότερα για το βιβλίο

Από τον διάλογο με το έργο του Θουκυδίδη προκύπτει ότι η προσέγγιση της πολιτικής ως δύναμης αποτελεί ιδίωμα πρωτίστως της κρατοκεντρικής συγκρότησης του κόσμου. Διαπιστώνεται, επίσης, ότι όσο η πόλη/κράτος εξελίσσεται ανθρωποκεντρικά καθοδόν προς τη δημοκρατία, τόσο η επίκληση της δύναμης στις διακρατικές σχέσεις γίνεται συχνότερη και παράλληλα η πολεμική αντιμαχία πιο αιματηρή. Ώστε η διαλεύκανση του ζητήματος του πολέμου και της αιτιακής του βάσης μας προσκαλεί να διερωτηθούμε για τη διαλεκτική σχέση ανάμεσα στην πόλη ως θεμελιώδη κοινωνία, στην πολιτεία που αποτυπώνει τους εσωτερικούς κοινωνικούς συσχετισμούς και στη διακρατική σχέση που φέρνει αντιμέτωπες την πρόσληψη της πολιτικής ως δύναμης, ως εξουσίας ή ως ελευθερίας.
Ο Θουκυδίδης παρατηρεί ότι στον κρατοκεντρισμό αντιμάχονται η ηγεμονική θέληση των ισχυρών με την ελευθερία των αδυνάτων και ότι, στο πλαίσιο αυτό, η εξωτερική πολιτική των Δυνάμεων είναι φύσει τυραννική, ανεξαρτήτως πολιτείας. Μέτρο της ειρήνης και του πολέμου, επομένως, είναι το συμφέρον και πεδίο επιλογής οι συσχετισμοί δύναμης. Η έννοια του δίκαιου ή άδικου πολέμου προσεγγίζεται στον κρατοκεντρισμό ως μεταβλητή που υπόκειται στους συσχετισμούς δύναμης, όχι ως πολιτειακή σταθερά.
Η αξία του θουκυδίδειου έργου έγκειται στο ότι διαλέγεται με την ολοκληρωμένη, τη δημοκρατική φάση που διερχόταν η εποχή του, εν αντιθέσει προς τη νεοτερικότητα την οποία ο Αλιμούσιος στοχαστής ταξινομεί αναλογικά στην πρώιμη εποχή της αιρετής μοναρχίας. Ωστόσο, η επικαιρότητα του Θουκυδίδη ξεπερνάει τον κρατοκεντρισμό, καλύπτοντας ευρέως τη μετα-κρατοκεντρική/οικουμενική περίοδο του κοινωνικού ανθρώπου εξ επόψεως τυπολογίας των πολιτειών (ουσιωδώς της δημοκρατίας) όσο και διαπολεοτικών ή διακρατικών σχέσεων.
Τούτο σημαίνει ότι ο ανθρωποκεντρικός χρόνος στον οποίο εγγράφεται ο Αλιμούσιος στοχαστής προσφέρει μία μοναδική ευκαιρία στη νεοτερική επιστήμη να εξέλθει του γνωσιολογικού σπηλαίου της, να αναστοχασθεί τη φάση από την οποία διέρχεται η εποχή μας και να την προσεγγίσει με γνώμονα την αλλαγή επιστημονικού παραδείγματος. Αλλαγή που επιβάλλει άλλωστε η ανάγκη κατανόησης της φάσης στην οποία εισήλθε ο κόσμος της εποχής μας, η οποία, μολονότι μεταβατική, αναγγέλλει σε βάθος χρόνου την εγκατάστασή του στο μέσον μιας κρατοκεντρικής, πλην όμως ολοκληρωμένης ανθρωποκεντρικής περιόδου με πρόσημο τη δημοκρατία. Ακριβώς αυτός ο μεταβατικός χαρακτήρας της εποχής μας δημιουργεί ισχυρή ρευστότητα τόσο στο εσωτερικό των κρατών όσο και στο διακρατικό περιβάλλον η οποία προσημαίνει ενδιαφέρουσες ανακατατάξεις στο πεδίο της κατανομής όσο και της επίκλησης της ισχύος.

Aπόσπασμα από το βιβλίο:
«Ο Θουκυδίδης αποδίδει την αιτία του μεγάλου πολέμου στην ανατροπή των συσχετισμών μεταξύ της Πελοποννησιακής Συμμαχίας και της Αθηναϊκής, που οδηγούσε τον φόβο των πρώτων ότι τελικά η Αθήνα με την ασύμμετρη ισχύ της αργά ή γρήγορα θα επιχειρήσει να ηγεμονεύσει στο σύνολο του ελληνικού κόσμου. Εντούτοις, η ορθή κατά τα άλλα αυτή εκτίμηση δεν φαίνεται να φθάνει μέχρι του σημείου να διακρίνει προοπτικά την αλλαγή φάσης συνεπεία του κρατοκεντρικού αδιεξόδου, δηλαδή τη δυναμική της μετάβασης στην οικουμένη.
Φαίνεται όμως ότι ο κόσμος της εποχής του είχε επίγνωση ότι κάτι σημαντικό κινούσε βίαια τα πράγματα, ορισμένοι εμφανίζονταν να διαβλέπουν και να σχεδιάζουν το μέλλον ή να αναζητούν τον ηγέτη που θα οδηγούσε τον κόσμο των πόλεων στην επόμενη ημέρα. Η δημηγορία του Αλκιβιάδη στη Σπάρτη ή η αγωνία του Ισοκράτη, ο οποίος μετά την ήττα της Αθήνας αναζητά στην περιφέρεια του ελληνισμού τη δύναμη που θα ηγηθεί της μετάβασης στην «οικουμένη», είναι εξόχως χαρακτηριστικές. Ο κόσμος που περιγράφουν είναι γεμάτος από πρόσφυγες που λιμοκτονούσαν, από εξεγέρσεις, στάσεις, αιματοχυσία, εκρίζωση πόλεων ή πολιτειακών παρατάξεων ως απόρροια του πολέμου και πολλά άλλα που μαρτυρούν ότι η χαρακτηριστική της διακρατικής σχέσης ισχύς έχει ουσιαστικά υπερκεράσει την ανθρωποκεντρική πολιτειακή τάξη των πόλεων».

Το σλάιντ απαιτεί την χρήση JavaScript.

 

 

 

 

 

Προηγούμενο άρθροΗλίας Λογοθέτης: Ένας ξεχωριστός Λευκαδίτης Ένας μοναδικός καλλιτέχνης (θεατρίνος)
Επόμενο άρθροΕπίσκεψη του Υπουργού Υποδομών Κώστα Καραμανλή στα οδικά έργα -Μέσα στο καλοκαίρι παραδίδεται η παράκαμψη Αμφιλοχίας, το φθινόπωρο το τμήμα Άκτιο-Άγιος Νικόλαος και το 2023 ολοκληρώνονται η Αμβρακία και ο δρόμος Βόνιτσα-Λευκάδα