Αρχική Ειδήσεις Είναι αυτό που βλέπουμε γύρω μας, αυτό που θέλουμε για το νησί...

Είναι αυτό που βλέπουμε γύρω μας, αυτό που θέλουμε για το νησί και τη ζωή μας;

2

kondilatou-dimitra

Η διημερίδα «Ο Πολιτισμός ως μοχλός Ανάπτυξης. Οι δυνατότητες της Λευκάδας και η πρόκληση του αρχαίου θεάτρου» εγκαινίασε τις φετινές «Γιορτές Λόγου και Τέχνης» (5 και 6/8). Την δεύτερη ημέρα εργασιών, μεταξύ των εισηγήσεων που προκάλεσαν το ενδιαφέρον του κοινού, ήταν η εισήγηση της εικαστικού κ. Δήμητρας Κονδυλάτου. Λόγω του ενδιαφέροντος των λεγομένων και της διαφορετικής οπτικής την δημοσιεύουμε αυτούσια, θεωρώντας ότι αξίζει να δίνεται βήμα σε νέους δημιουργούς που έχουν κάτι καινούργιο να πουν γι αυτό τον τόπο και ταυτόχρονα το κάνουν και πράξη.

Ακολουθεί η εισήγηση:

Καλησπέρα σας. Ευχαριστώ πολύ για την πρόσκληση. Βρίσκομαι εδώ, αυτό το πολύ ζεστό απόγευμα, εν μέσω της σεζόν, για να απευθύνω και να μοιραστώ μαζί σας έναν προβληματισμό μου: είναι αυτό που βλέπουμε γύρω μας τις τελευταίες λίγες εβδομάδες αυτό που θέλουμε για το νησί και τη ζωή μας;

Μιλώ σήμερα με την ιδιότητα της εικαστικού και η εικαστικός στις μέρες μας οφείλει να παρατηρεί με κριτική διάθεση τα όσα συμβαίνουν, να τα εκθέτει ως προβληματισμούς και το σημαντικότερο και πιο δύσκολο, να προτείνει κάτι. Παράλληλα μιλώ και με την ιδιότητα της επαγγελματία του τουρισμού, καθώς έχω αναλάβει τη λειτουργία του ξενώνα Νήιον, όπου και εργάζομαι, που βρίσκεται στον Αλέξανδρο. Αυτός ο συνδυασμός, διαμόρφωσε την τρέχουσα έρευνά μου, που αφορά τη σχέση τουρισμού-πολιτισμού γενικά, και τουρισμού-πολιτισμού-τέχνης ειδικότερα. Θα είμαι πολύ σύντομη και θα συνοψίσω τα όσα σκέφτομαι τον τελευταίο καιρό σε τρία σημεία.

Μιλάμε σήμερα για την πολιτιστική ανάπτυξη. Μιλάμε για την πολιτιστική ανάπτυξη συνήθως, σα να πρόκειται για κάποιον θεσμό έξω από εμάς, σα να είναι ένα πλαίσιο που μας περιβάλλει και διαμορφώνεται από αλλού(;).

Στην καλύτερη περίπτωση, στην περίπτωση δηλαδή που μιλάμε για τον πολιτισμό σαν κάτι που θέλουμε να επιδείξουμε, ανατρέχουμε συνήθως στο παρελθόν και προσπαθούμε να ανακαινίσουμε ή να αναπαραστήσουμε εικόνες οι οποίες μπορεί και να μη μας αφορούν όλους, αλλά που ξέρουμε ότι ίσως να ενδιαφέρουν τους άλλους. Αυτές οι διαδικασίες βέβαια, μπορεί να αποδειχθούν επίσης χρήσιμες, όταν πρόκειται για ουσιαστικές επανενεργοποιήσεις χώρων, που αξιοποιούνται στη συνέχεια ωφέλιμα προς και από το κοινωνικό σύνολο.

Τι θα γινόταν αν προσπαθούσαμε να καταλάβουμε και να αναζητήσουμε τι αφορά εμάς τους ίδιους; Όταν λέω εμάς, εννοώ τον καθένα από εμάς ξεχωριστά. Ζούμε σε μια εποχή μετάβασης, ήδη συντελούνται πολύ σημαντικές αλλαγές στον τρόπο που λειτουργεί το χρηματοοικονομικό και κατ’ επέκταση το κοινωνικό σύστημα, η αγορά φαίνεται να έχει εξελιχθεί σε πιο βασική δομή από την κοινωνία στην καθημερινότητα την οποία βιώνουμε. Η κατάσταση αυτή θα μπορούσε να ανατραπεί, εαν ξαναγινόμασταν συνειδητά και ενεργά υποκείμενα.

Αν επιστρέψει κανείς στον εαυτό του για λίγο, και αναλογιστεί ποιες είναι οι αξίες, οι στόχοι, τα πράγματα που αγαπάει να κάνει, ή ακόμα κι αν δεν έχει αυτή την πολυτέλεια, να βρεί τι αγαπάει σε αυτό που κάνει, και αν καταλήξει κάπου, να προσπαθήσει να δεσμευτεί ως προς αυτά και να είναι συνεπής, εφαρμόζοντας τις αποφάσεις που πήρε. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι αρκεί να επαναπαύεται κανείς στα όσα επέλεξε να κάνει, αλλά θα πρέπει να είναι σε εγρήγορση, ώστε να εξελίσσεται και να εξελίσσει αυτό που κάνει και να γίνεται όλο και πιο απαιτητικός ως προς το περιεχόμενο και το αποτέλεσμα των σκέψεων και των πράξεών του.
Αν ο καθένας λειτουργεί έτσι, και πάρει το χρόνο που χρειάζεται, παρά το γρήγορο ρυθμό των εξελίξεων και του χρήματος, και παρά την αντίσταση που προκαλείται από τη συνήθεια και την αδράνεια, και αν πολλά τέτοια υποκείμενα συνδιαλεχθούν, η επικοινωνία και η συνεργασία τους θα μετασχηματιστεί πιθανά αυτόματα σε πολιτιστική ανάπτυξη. Και επιστρέφοντας στο παράδειγμά μας, επειδή ζούμε σε έναν τόπο που ζει κυρίως από τον τουρισμό, πιθανά αυτόματα να δημιουργηθεί και ένα νέο κοινό που θα ενδιαφερθεί να επισκεφθεί τη νέα Λευκάδα και να συναναστραφεί με τα υποκείμενά της και να γνωρίσει τις δραστηριότητές τους, αλλά αυτό δε θα πρέπει να αποτελεί την αρχική σκέψη.

Εν ολίγοις, πολιτισμός δεν είναι μόνο τα προϊόντα που καταναλώνει κανείς, αλλά κυρίως ο τρόπος με τον οποίο αυτά παράγονται, δηλαδή ο τρόπος με τον οποίο ζει και δρα και επιλέγει να καταναλώσει. Και δεν αφορά αυτά που θέλει να επιδείξει προς τα έξω, αλλά αυτά που βιώνει στην καθημερινότητά του, στην περίπτωσή μας, ως κάτοικος. Ο πολιτισμός πρέπει να παράγεται και όχι να αναπαράγεται ή να αναπαρίσταται.

Το δεύτερο σημείο στο οποίο θα ήθελα να αναφερθώ, αφορά μια συζήτηση που έκανα πρόσφατα με μια συνάδελφο από διαφορετικό περιβάλλον και χώρα, με παρόμοιους όμως προβληματισμούς σε άλλη κλίμακα, κατά την οποία η φίλη μου κατέληξε να λέει ότι η τέχνη δεν είναι κάτι παραπάνω από μια επιθυμία. Δε διαφωνώ με αυτή την πρόταση, που ισχύει άλλωστε και για άλλα επαγγέλματα και τομείς, όμως καθώς το σκεφτόμουν, της απάντησα ότι για μένα και το πλαίσιο στο οποίο ζω, τέχνη είναι η προσπάθεια να διαμορφώσω τις συνθήκες, να βρω το χρόνο και το χώρο, που θα μου επιτρέψουν να εκφράσω και να ασκήσω τελικά αυτήν την επιθυμία. Δίπλα στην επιθυμία θα προσθέσω και τις λέξεις δικαίωμα, σεβασμός και υποστήριξη. Σε όλο τον κόσμο, αλλά ακόμα περισσότερο στην Ελλάδα, το “εικαστικός ή καλλιτέχνης” δε θεωρείται επάγγελμα αλλά χόμπι και λέγοντας κανείς πως είναι εικαστικός ή καλλιτέχνης στην καλύτερη περίπτωση υπάρχει χάσμα κατανόησης, ενώ στην χειρότερη, και πιο συχνά, μπορεί να καταλήξει και αντικείμενο χλευασμού ή να θεωρηθεί γραφικός. Δε βρίσκομαι εδώ για να υπερασπιστώ τη θέση του καλλιτέχνη, ούτε για να αποκαταστήσω τη φήμη και να κλείσω τα κενά, αλλά θα πρέπει να τονίσω ότι αυτή η αντιμετώπιση αποτελεί ένδειξη της παρούσας πολιτιστικής ανάπτυξης της χώρας (και εν γένει όλης της σύγχρονης δυτικής κοινωνίας) και κατ’ επέκταση της έλλειψης παιδείας σε θέματα πολιτισμού.

Το τρίτο και τελευταίο σημείο, αποτελεί την πρόταση στην οποία κατέληξα, που σχετίζεται με τον παραπάνω προβληματισμό μου. Πρόκειται για ένα project, με τίτλο “The island – resignified”, δηλαδή “Το νησί επανανοηματοδοτημένο”, που πραγματοποιώ για δεύτερη χρονιά στη Λευκάδα, το οποίο φιλοξενείται, και χρηματοδοτείται προσωρινά, από το Νήιον, και παρουσιάζεται στο χώρο του ξενώνα, αλλά και σε άλλα σημεία του νησιού. Στο πλαίσιο αυτού του εγχειρήματος, μέσω ενός ιστότοπου, στον οποίο παρουσιάζω και προτείνω σημεία, χαρακτηριστικά, ανθρώπους, ομάδες και τόπους της Λευκάδας, με ιδιαίτερο για μένα ενδιαφέρον, προσκαλώ εικαστικούς και κοινωνικούς επιστήμονες από την Ελλάδα και το εξωτερικό, να επιλέξουν κάποιο από αυτά, και να ξεκινήσουν ένα δικό τους project, το οποίο και παρουσιάζεται στους κατοίκους της Λευκάδας καθ’όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού, ενώ το τελικό εγχείρημα θα παρουσιαστεί το Σεπτέμβριο κάπου στο κέντρο της πόλης.

Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς, πρόκειται για μία προσπάθεια να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο, όπου όσα γνωρίζουμε ή νομίζουμε πως γνωρίζουμε, μπορεί να ειδωθούν και να παρουσιαστούν διαφορετικά, από ένα άλλο μάτι, πιο φρέσκο, το μάτι του άλλου, του άλλου που μιλάει μια διαφορετική γλώσσα από εμάς, και που μπορεί να μετατοπίσει για λίγο και τη δική μας ματιά και σκέψη για τα όσα θεωρούμε δεδομένα, ώστε να πάψουμε να τα θεωρούμε δεδομένα και να τους δώσουμε νέο νόημα, σημασία και αξία. Ανεξάρτητα από το αν αυτή η πρόταση μας αρέσει, μας βρίσκει σύμφωνους ή είναι του γούστου μας, κάνει κάτι, μπορεί να μας κάνει να σκεφτούμε κάτι.

Η ιδιαιτερότητα αυτού του πρότζεκτ, που επίσης με ενδιαφέρει στο πλαίσιο της έρευνάς μου, είναι πως η ψηφιακή ξενάγηση και ο βραχείας διάρκειας χαρακτήρας του, ομοιάζουν κατά πολύ με τουριστικό οδηγό και με διακοπές. Και βέβαια, ενώ οι φιλοξενούμενοί μου δουλεύουν σκληρά κατά τη διάρκεια της παραμονής τους, έχουν επίσης την ευκαιρία να κάνουν μια βουτιά, να παρακολουθήσουν άλλες εκδηλώσεις και να επισκεφθούν και άλλα σημεία του νησιού, εκτός από τους τόπους της έρευνάς τους. Είναι δηλαδή κατά κάποιο τρόπο και τουρίστες, πόσω μάλλον όταν διαμένουν σε ένα τουριστικό κατάλυμα και συμβιώνουν με άλλους τουρίστες! Κατ’ επέκταση, το πρότζεκτ αποσκοπεί στην προσέλκυση ενός άλλου είδους τουρισμού από αυτόν που ήδη γνωρίζουμε, που σχετίζεται βεβαίως με τον πολιτισμό και δεν αφορά μόνο στα αξιοθέατα, στα μνημεία ή στα μέρη που ήδη γνωρίζουμε, αλλά και στις συνδηλώσεις τους και στην περαιτέρω παρουσίασή τους.

Αυτό που στην ουσία προτείνεται και που προσπαθώ κι εγώ να εφαρμόσω, είναι η επανανοηματοδότηση της ίδιας της ζωής μας και των επιλογών μας, ως στρατηγική, εργαλείο, πρακτική ή μέθοδο, πείτε το όπως θέλετε, που θα μπορούσε να οδηγήσει σε μία αλλαγή της παρούσας κατάστασης και άρα στην πολιτιστική ανάπτυξη. Κάθε λεπτό, κάθε στιγμή, παράγουμε πολιτισμό, με τον τρόπο που καθόμαστε, με τον τρόπο που αναπνέουμε, με το τι επιλέγουμε να φορέσουμε, να φάμε, να βάλουμε στο σπίτι μας ή να βλέπουμε έξω από αυτό. Και μόνο όταν είμαστε σίγουροι ότι αυτό που έχουμε γύρω μας μας αρέσει, μόνο τότε αυτό θα μπορεί να αφορά και τους άλλους.

Προηγούμενο άρθροΣτο τέλος του μήνα τα ραβασάκια του ΕΝΦΙΑ
Επόμενο άρθροΗ ιστορία του Billy, ενός χτυπημένου πτηνού, που έσωσαν τρεις μικροί ιππότες!