Αρχική Άλλες ειδήσεις Διαφορα Ανοικτή επιστολή προς τους πολιτικούς παράγοντες και φορείς των Επτανήσων

Ανοικτή επιστολή προς τους πολιτικούς παράγοντες και φορείς των Επτανήσων

0

 

Η διοικητική υποβάθμιση των Επτανήσων:μία κρίση που χρειάζεται διαχείριση.

Η κατάργηση της Γενικής Γραμματείας Ιονίων Νήσων, δηλαδή της μέχρι τώρα ΠΙΝ, και η
ένταξή της στην Γενική Διοίκηση Πελοποννήσου, Δυτικής Ελλάδος, Ιονίων Νήσων δείχνει
τις πιθανές προθέσεις της κυβέρνησης να καταργήσει και την αιρετή Περιφέρεια Ιονίων
Νήσων. Είναι εντυπωσιακό το ότι μετά την παρουσίαση του νομοσχεδίου Καλλικράτης και
κατά την συζήτησή του σχεδόν κανείς από τους πολιτευόμενους δεν ασχολήθηκε με το
σημαντικό θέμα της γενικής διοίκησης. Όλη η προσοχή έπεσε στην αιρετή περιφέρεια και
στους δήμους, καθώς αυτά ήταν αντικείμενα που αφορούσαν άμεσα στην εκλογή των
πολιτευόμενων. Γίνονται τακτικά αναφορές στο θέμα της πιθανής κατάργησης της
Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, όμως ακόμη κανείς δεν φαίνεται να ασχολείται σοβαρά με το
θέμα της γενικής διοίκησης, την υπαγωγή δηλαδή των Ιόνιων νησιών σε ηπειρωτική
διοίκηση. Στις 3 Ιανουαρίου παραδίδεται η παλιά ΠΙΝ στην νέα γενική διοίκηση με έδρα
την Πάτρα, τα Επτάνησα και η πρωτεύουσά τους η Κέρκυρα χάνουν την γενική γραμματεία
και υποβαθμίζονται διοικητικά. Εάν δεν γίνουν άμεσες ενέργειες τα Επτάνησα θα
διολισθήσουν και θα βρεθούν και πάλι, με την εκούσια ή ακούσια βοήθεια αυτών που
θέτουν θέμα συνοχής και έδρας, εμπρός από ένα τετελεσμένο γεγονός το οποίο θα είναι
η διάλυση της αιρετής Περιφέρειας Ιονίων Νήσων. Τότε τα νησιά μας θα αποτελούν πλέον
μία μειοψηφία σε μία ή δύο εκτεταμένες ηπειρωτικές περιφέρειες με εντελώς
διαφορετικά όχι μόνο πολιτιστικά, αλλά και οικονομικά χαρακτηριστικά, ευκαιρίες και
δυνατότητες. Τότείσως γίνει αντιληπτό ότι το κάθε νησί θα αποτελεί μία περιφέρεια
της περιφέρειας και ότι ο Καλλικράτης το έσπρωξε ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα στον
διοικητικό χάρτη της Ελλάδας.

 

 

Τα τέσσερα μεγάλα Ιόνια νησιά έχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ τους, αλλά και μία
ουσιαστική διαφορά. Η Κέρκυρα έχει περισσότερο πληθυσμό από τα υπόλοιπα νησιά μαζί
και μεγαλύτερο ειδικό βάρος, το οποίο σχετίζεται σαφώς και με την διεθνή παρουσία
της και την γεωπολιτική της θέση. Η ανισοβαρία αυτή, καθώς και η απομακρυσμένη θέση
της Κέρκυρας σε σχέση με τα υπόλοιπα Ιόνια νησιά έχει εγείρει, αλλά και προσφέρει
άλλοθι σε μία σειρά αντιδράσεων σε σχέση με την συνοχή και την έδρα της περιφέρειας.
Το θέμα της συγκοινωνίας μεταξύ των υπόλοιπων νησιών και της Κέρκυρας θεωρείται από
μερικούς σαν ένα μεγάλο πρόβλημα και συγκρίνεται ο χρόνος μετάβασης, γιά την
διεκπεραίωση μίας υπόθεσης,  από ένα νησί στην Κέρκυρα με αυτόν της μετάβασης στην
Πάτρα. Η λογική αυτή όμως είναι άκρως συντηρητική και προσανατολίζεται σε λάθος
κατεύθυνση. Ο κάτοικος οποιουδήποτε νησιού δεν πρέπει να χρειαστεί να πάει στην έδρα
καμίας περιφέρειας γιά την διεκπεραίωση μίας υπόθεσής του, αυτή πρέπει να γίνεται
τοπικά χωρίς ταλαιπωρία του. Οι προσπάθειες λοιπόν κάθε νησιού πρέπει να
προσανατολιστούν  προς την επίτευξη του στόχου της μη εξάρτησής του από άλλο κέντρο
και όχι στο εάν η εξάρτησή του θα είναι από την Κέρκυρα η από την Πάτρα. Σαν μέτρο
σύγκρισης, ας αναφερθεί η περίπτωση της περιφέρειας Νότιου Αιγαίου, η συγκοινωνιακή
σύνδεση μεταξύ Ρόδου και Ερμούπολης, δηλαδή της μεγαλύτερης πόλης με την έδρα της
περιφέρειας, τον χειμώνα περιορίζεται σε τρία πλοία εβδομαδιαία. Κάτι ανάλογο ισχύει
και γιά την περιφέρεια Βορείου Αιγαίου. Η συγκοινωνιακή σύνδεση των Ιόνιων νησιών
μεταξύ τους βρίσκεται ακόμη και σήμερα σε καλύτερη μοίρα από αυτή των νησιών του
Αιγαίου, καθώς εκτός από την οδική υπάρχει και μία έστω και υποτυπώδης αεροπορική
σύνδεση. Οι συγκοινωνιακές όμως δυσκολίες των νησιών αποτελούν και ένα από τα κύρια
στοιχεία της νησιωτικότητάς τους, γιά τον λόγο αυτό προβλέπεται από την Ευρωπαϊκή
Ένωση ειδική μέριμνα γιά τα νησιά. Η σύγκριση των συγκοινωνιακών δυνατοτήτων των
νησιών με αυτές ηπειρωτικών περιοχών είναι ανεδαφικές. Οι ηπειρωτικές πόλεις
συνδέονται μεταξύ τους με αυτοκινητόδρομους και σιδηροδρόμους, τα νησιά όμως, άσχετα
με το σε ποιάν περιφέρεια ανήκουν συνδέονται με άλλες νησιωτικές και ηπειρωτικές
περιοχές μέσω των θαλάσσιων οδών, στην βελτίωση αυτών λοιπόν των οδών πρέπει να
εστιάζεται η προσπάθεια των νησιωτών. Σε αυτό μπορούν να φανούν χρήσιμες οι
νησιωτικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης οι οποίες δυστυχώς δεν εφαρμόζονται. Το
Ελληνικό κράτος ήδη αντιμετωπίζει τα νησιά του Ιονίου σαν ηπειρωτικές περιοχές,
μπορεί εύκολα να φανταστεί κανείς την δυσκολία επίτευξης εφαρμογής νησιωτικών
πολιτικών σε περίπτωση ένταξης των Επτανήσων σε ηπειρωτικές περιφέρειες.  

Οι δυσμενείς συνέπειες πιθανής ένταξης των Ιόνιων νησιών σε ηπειρωτικές περιφέρειες
θα είναι εντονότερες στα μικρότερα πληθυσμιακά νησιά, όπως η Ζάκυνθος, η Λευκάδα, η
Κεφαλλονιά και η Ιθάκη. Αυτό θα συμβεί γιατί κάθε ένα από τα παραπάνω νησιά θα
αποτελεί μία μικρή νησιωτική μειοψηφία μέσα σε μία πολυπληθή ηπειρωτική περιφέρεια
και θα έχει απέναντί του μία έδρα, την Πάτρα, με πολλαπλάσιο από αυτό πληθυσμό. Σε
αυτή την περίπτωση, η υπαγωγή των τριών νότιων νομών των Ιόνιων νησιών σε περιφέρεια
με έδρα την Πάτρα θα ενισχύσει την διοικητική εξάρτησή των από την πόλη αυτή η οποία
και μεγάλη εγγύτητα έχει με τα νησιά αυτά και μεγάλη πληθυσμιακή διαφορά. Τα
παραπάνω θα δημιουργήσουν ευνοϊκότερες συνθήκες γιά την συνολική εξάρτηση των τριών
νότιων νομών από την Πάτρα.

Η Κέρκυρα είναι το νησί που ίσως υποστεί τις λιγότερες αρνητικές συνέπειες από την
κατάργηση της αιρετής Περιφέρειας Ιονίου. Η Κέρκυρα είναι πολυπληθής και πληθυσμιακά
έχει αυξητικές τάσεις, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, αποτελεί τον νομό
με τον μεγαλύτερο ρυθμό αύξησης πληθυσμού κατά την τελευταία δεκαετία. Ο δήμος
Κερκυραίων είναι ο πολυπληθέστερος μετά από αυτόν των Πατραίων σε ολόκληρη το τμήμα
της χώρας που καλύπτουν οι περιφέρειες των Ιονίων Νήσων, Πελοποννήσου, Δυτικής
Ελλάδας, Ηπείρου και Δυτικής Μακεδονίας, ο δήμος Ιωαννιτών έπεται και είναι τρίτος
με μικρή διαφορά. Το ειδικό λοιπόν βάρος της Κέρκυρας, εάν ενταχθεί στην περιφέρεια
Ηπείρου-Δυτικής Μακεδονίας, θα είναι πολύ μεγάλο.

Η Κέρκυρα μεταξύ άλλων έχει τα παρακάτω σημαντικά χαρακτηριστικά:
(α) Βρίσκεται στο κέντρο της διαχρονικά μεγάλης γεωπολιτικής και στρατηγικής
σημασίας θαλάσσιας περιοχής βορείου Ιονίου – νότιας Αδριατικής, μίας περιοχής η
οποία αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία λόγω της διέλευσης οδών τηλεπικοινωνιών,
μεταφοράς προϊόντων και ενέργειας και της ύπαρξης κοιτασμάτων πετρελαίου.
(β) Έχει αναγνωρισιμότητα και διεθνείς σχέσεις οι οποίες προκύπτουν όχι μόνον από
την υπόστασή της σαν τουριστικός προορισμός, αλλά και από την ιστορία της και
διαχρονικά την διεθνή παρουσία της. Επίσης είναι τόπος μόνιμης κατοικίας πολλών μη
Ελλήνων Ευρωπαίων πολιτών.
(γ) Αποτελεί κέντρο συγκοινωνιών και επικοινωνίας λόγω της έντονης δραστηριότητας
του λιμανιού της, της μαρίνας της και του αεροδρομίου της το οποίο είναι το
μεγαλύτερο της δυτικής Ελλάδας.
(δ) Είναι εύκολα προσβάσιμη από την ηπειρωτική ακτή και τις απολήξεις της Ιόνιας και
Εγνατίας οδού, η πορθμειακή γραμμή που την συνδέει με την Ηγουμενίτσα είναι αρκετά
καλή, αλλά έχει και δυνατότητες βελτίωσης.
Η Κέρκυρα δηλαδή αποτελεί το σημαντικότερο σημείο παρουσίας της Ελλάδας στην
ευρύτερη θαλάσσια περιοχή και είναι το σημαντικότερο παράθυρο επικοινωνίας της
βορειοδυτικής Ελλάδας με τον υπόλοιπο κόσμο.

Με βάση τα παραπάνω στοιχεία και με δεδομένο το ότι τα Γιάννενα είναι ήδη η έδρα της
Γενικής Διοίκησης Ηπείρου – Δυτικής Μακεδονίας και αποτελούν και το κέντρο παροχής
υπηρεσιών υγείας της ευρύτερης περιοχής ο Δήμος Κερκυραίων δικαιωματικά μπορεί να
απαιτήσει η έδρα της ενδεχόμενης αιρετής Περιφέρειας Βορείου Ιονίου – Ηπείρου –
Δυτικής Μακεδονίας να βρίσκεται στην Κέρκυρα. Μία τέτοια εξέλιξη θα έφερνε το κέντρο
βάρους της νέας αιρετής περιφέρειας ανάμεσα από το ηπειρωτικό και το νησιωτικό τμήμα
της και θα δημιουργούσε μία περισσότερο ισόρροπη και όχι υδροκεφαλική περιφέρεια.
Ακόμη και μία τέτοια εξέλιξη όμως, πάλι θα ήταν επιβλαβής για την Κέρκυρα η οποία θα
αποτελούσε τμήμα μίας ηπειρωτικής κατά κύριο λόγο περιφέρειας με διαφορετικά
χαρακτηριστικά και ευκαιρίες. Η Κέρκυρα θα ήταν ένα αποκομμένο τμήμα του
Επτανησιακού σώματος.

Τα Επτάνησα σαν μία ενιαία νησιωτική ενότητα μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα κοινά
χαρακτηριστικά τους, το πλούσιο περιβάλλον τους, τον κοινό πολιτισμό τους, την
γεωπολιτικά σημαντική θέση τους σαν δομικά στοιχεία ενός ορθολογικού οικοδομήματος
το οποίο θα στηρίζεται στους πυλώνες κοινωνική ευημερία, περιβάλλον και πολιτισμός.
Για να το επιτύχουν αυτό πρέπει να παραμείνουν μία οντότητα με δυνατότητες
σχεδιασμού, αξιοποίησης νησιωτικών πολιτικών και απ’ευθείας άντλησης πόρων από την
ΕΕ. Η ενδεχόμενη διάλυση της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων, αλλά και η απουσία Γενικής
Διοίκησης Ιονίων Νήσων στερεί τις παραπάνω δυνατότητες από τα Επτάνησα και θα έχει
αρνητικές επιπτώσεις στο μέλλον τους.

Η επιχειρούμενη διοικητική υποβάθμιση και ενδεχόμενη διάσπαση των Επτανήσων έχει
μεγάλο βάθος χρόνου. Για μία σειρά ετών, τα Επτάνησα διαχειρίζονται από το κράτος με
διαφορετικά μέτρα και σταθμά από τα νησιά του Αιγαίου και είναι αποδέκτες συνεχών
αρνητικών πολιτικών οι οποίες θα έχουν σαν αποτέλεσμα την τελική εξαφάνισή των
νησιών σαν μονάδων και την απορρόφησή των από άλλες οντότητες. Το εάν οιπαραπάνω
πολιτικές είναι τμήμα της υλοποίησης συγκεκριμένων ευρύτερων πολιτικών ή αποτελούν
τυχαία γεγονότα είναι άγνωστο. Η επιχειρούμενη όμως διοικητική υποβάθμιση των
Επτανήσων, όπως εκφράζεται από τον Καλλικράτη, είναι σαφής και αποτελεί μία
κατάσταση κρίσης για τα Επτάνησα καθώς απειλεί την ίδια την υπόστασή τους. Η κρίση
αυτή πρέπει να διαχειριστεί από τις κοινωνίες των νησιών με κατάλληλες ενέργειες και
πολιτικές. Αυτές πρέπει να περιλαμβάνουν όχι μόνο διαρκείς αντιδράσεις σε κάθε
προσπάθεια υποβάθμισης, αλλά και απαιτήσεις για αναβάθμιση των Επτανήσων. Ο
Περιφερειάρχης και το Περιφερειακό Συμβούλιο πρέπει να συστήσουν ομάδα η οποία θα
ασχολείται αποκλειστικά με την διαχείριση αυτής της κρίσης και θα προτείνει τις
απαραίτητες ενέργειες.
Πρέπει να υπάρξει έντονη και διαρκής αντίδραση στην κατάργηση της Γενικής
Γραμματείας (πρώην ΠΙΝ) και σε κάθε σκέψη κατάργησης της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων. Ο
Περιφερειάρχης και το Περιφερειακό Συμβούλιο πρέπει να κάνουν σαφές στην κυβέρνηση
το ότι δεν συμφωνούν με την κατάργηση της Γενικής Γραμματείας και δεν την
αποδέχονται. Πρέπει να απαιτήσει όχι μόνο ο πολιτικός κόσμος, αλλά και η Επτανησιακή
κοινωνία την δημιουργία Γενικής Διοίκησης Ιονίων Νήσων, την διασφάλιση της ύπαρξης
της Περιφέρειας Ιονίων Νήσων και πιθανά την διεύρυνσή της με την ένταξη σε αυτήν και
των Κυθήρων.
 
Γιάννης Βραδής
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Purdue, ΗΠΑ
Σύμβουλος Διαχείρισης Ποιότητας

 

Προηγούμενο άρθροΟ νικητής του παιχνιδιού !
Επόμενο άρθροΠάρτυ του ΣΥ.ΛΕ.ΦΟΙ.ΣΠ.Α στον “Δίαυλο”